γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς
Απόψε είναι ο τελικός του
διαγωνισμού τραγουδιού της Eurovision. Ενός θεσμού που ξεκίνησε την εποχή του
Ψυχρού Πολέμου, το 1956.
Εκείνη την εποχή, οι εντάσεις
μεταξύ των Δυτικών και των Ανατολικών χωρών μέσα στην IBU (Διεθνής Ένωση
Ραδιοφωνίας), είχαν σαν αποτέλεσμα την διάσπαση. Από την μία δημιουργήθηκε η
EBU (Ευρωπαϊκή Ένωση Ραδιοφωνίας) για τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και από την
άλλη, ο IBO (Διεθνής Οργανισμός Ραδιοφωνίας) που αργότερα μετονομάστηκε σε IORT
(Διεθνής Οργανισμός για το Ραδιόφωνο και την Τηλεόραση) για τις χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης.
Και οι δύο αυτοί οργανισμοί είχαν
ξεχωριστά δίκτυα ανταλλαγής προγραμμάτων μεταξύ των μελών τους, το Δίκτυο
Eurovision ο ένας και το δίκτυο Intervision, ο άλλος.
Ο διαγωνισμός της EUROVISION
Στην δεκαετία του ΄50 υπήρχαν
πολλές ιδέες στον χώρο της Δυτικής Ευρώπης για κοινές μεταδόσεις ευρωπαϊκών
mega events στις ευρωπαϊκές χώρες της Δύσης. Μεταξύ αυτών, υπήρξαν και ιδέες
για έναν ευρωπαϊκό διαγωνισμό τραγουδιού που προωθούσε ο Ιταλός Σέρτζιο
Πουλιέζε.
Υπήρχε όμως και μια παρέμβαση από
την πλευρά του ΝΑΤΟ. Στις 28 Ιανουαρίου 1955, στο Palais de Chaillot στο
Παρίσι, συναντήθηκαν τα μέλη της Culture and Public Information Committee του
ΝΑΤΟ με τον διευθυντή της Γαλλικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης για να του
παραδώσουν την έκθεση ενός project στο οποίο είχε ήδη εμπλακεί το BBC: την
δημιουργία ενός ευρωπαϊκού φεστιβάλ που θα ονομάζεται Eurovision, οι άξονες του
οποίου θα έπρεπε να καθοριστούν.
Στις 30 Νοεμβρίου 1955 έγινε μία
συνάντηση στον ίδιο χώρο, μόνο που το σχέδιο είχε αλλάξει: η δημιουργία ενός
μουσικού φεστιβάλ του ΝΑΤΟ, ενός διατλαντικού φεστιβάλ, που θα ξεκινούσε τον
Απρίλιο του 1956. Υπήρχε ένα ανοικτό θέμα. Αν η μουσική και τα τραγούδια θα
ήταν στρατιωτικού περιεχομένου, ή όχι.
Στις 12 Φεβρουαρίου σε μία τρίτη
συνάντηση, αποφασίστηκε η χρησιμοποίηση της European Broadcasting Union ως
φορέα για την υλοποίηση, όχι ενός διατλαντικού φεστιβάλ, αλλά ενός αμιγώς
ευρωπαϊκού με κανονικό περιεχόμενο. Έτσι, ο διαγωνισμός ξεκίνησε τον Μάιο του
1956. Επικεφαλής της European Broadcasting Union, ήταν ο Ian Jacob του BBC που
είχε εξαρχής εμπλακεί στην δημιουργία της Eurovision.
Ο διαγωνισμός της INTERVISION
Οι τότε χώρες του Συμφώνου της
Βαρσοβίας δεν γίνονταν δεκτές στον διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision.
Εν τω μεταξύ, από το 1961,
οργανώνονταν στην Πολωνία το Διεθνές Φεστιβάλ Τραγουδιού του Σόποτ, από τον
πιανίστα Βλάντισλαβ Σπίλμαν. Το 1977 το φεστιβάλ αυτό αντικαταστάθηκε από το
φεστιβάλ τραγουδιού της Intervision, που διήρκεσε μέχρι το 1980.
Είχε προηγηθεί όμως, το φεστιβάλ
τραγουδιού Intervision της Τσεχοσλοβακίας, από το 1965 έως το 1968. Σε αντίθεση
με την Eurovision που διεξάγονταν κάθε χρόνο σε διαφορετική χώρα, η Intervision
διεξάγονταν στην ίδια χώρα. Εκτός από τις Ανατολικές χώρες, σε αυτούς τους
διαγωνισμούς εμφανίστηκαν και συμμετοχές από χώρες της Δύσης, ή και ουδέτερες,
όπως η Φινλανδία, η Γιουγκοσλαβία, η Αυστρία, η Ελβετία, η Ισπανία, το Βέλγιο
και η Δυτική Γερμανία.
Τη μεταψυχροπολεμική περίοδο,
έγινε μια προσπάθεια αναβίωσης του φεστιβάλ της Intervision, το 2008 στο Σότσι
της Ρωσίας. Δεν υπήρξε όμως συνέχεια. Υπήρξε μια ανακοίνωση ότι το φεστιβάλ θα
διεξάγονταν και πάλι από το 2014, αλλά δεν υπήρξε ποτέ συνέχεια.
Η σημερινή κατάσταση
Ο διαγωνισμός τραγουδιού της
Eurovision εξακολουθεί να αποτελεί ένα ετήσιο mega event. Οι κριτικές για την
χαμηλή ποιότητα των τραγουδιών, είναι πάντα παρούσες, ωστόσο ο διαγωνισμός
εξακολουθεί να αποτελεί ένα εργαλείο προβολής ήπιας ισχύος της Ευρώπης.
Ως διαγωνισμός σχετίζεται και με
την λεγόμενη λαϊκή γεωπολιτική, μέσα από την οποία εκφράζονται γεωπολιτισμικές
προσεγγίσεις, προτιμήσεις, στερεότυπα, προκαταλήψεις κλπ. Το αποτέλεσμα είναι η
κατευθυνόμενη ψηφοφορία για την ανάδειξη του νικητή. Είναι γνωστό ότι έχουν
δημιουργηθεί μπλοκ χωρών που ανταλλάσσουν ψήφους.
Αυτό που έχει σημασία, είναι ότι
ο διαγωνισμός ξεκίνησε για να συμβάλλει στην ενοποίηση της Ευρώπης. Με την
πάροδο των χρόνων, τα γεωγραφικά όρια του διαγωνισμού άρχισαν να θολώνουν.
Συμμετείχαν χώρες όπως το Ισραήλ, το Μαρόκο, η Αρμενία, η Γεωργία, το
Αζερμπαϊτζάν, η Αυστραλία κλπ. Αυτές οι συμμετοχές διαμορφώνουν μία δύσκολη
ισορροπία μεταξύ της ανάγκης επέκτασης του διαγωνισμού και της απώλειας της
ευρωπαϊκής του ταυτότητας.