Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύπρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύπρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2022

77η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών: Η αξιοπρεπής στάση του ελληνισμού απέναντι στις προκλήσεις και τις απειλές της Τουρκίας

 

Επιχειρώντας μία πρώτη εκτίμηση και συγκρίνοντας τις ομιλίες Ερντογάν - Μητσοτάκη / Αναστασιάδη στην Ολομέλεια των Ηνωμένων Εθνών, δεν μπορώ παρά να σημειώσω πριν από οτιδήποτε άλλο το οφθαλμοφανές: το χάσμα - δηλαδή - που χωρίζει το ελληνικό πνεύμα από τον τούρκικο χαρακτήρα. Διαβάστε τη συνέχεια εδώ: https://www.facebook.com/christos.moissidis/posts/10228281283478569

Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2021

Κύπρος: Η προσάρτηση του 1914 και οι χαμένες ευκαιρίες της παραχώρησης στην Ελλάδα

γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς

 


 

Στις 5 Νοεμβρίου 1914 η Αγγλία κήρυξε άκυρη τη Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης του 1878 με τα Τουρκία και προσάρτησε τη Κύπρο. Θα περνούσαν 45 χρόνια για να τερματιστεί η βρετανική κυριαρχία στο νησί και να ιδρυθεί το ανεξάρτητο κράτος της Κύπρου.

Ωστόσο, η περίοδος προσάρτησης της Κύπρου είναι σημαντική γιατί σε αυτή έγιναν δύο προσφορές από την πλευρά της Αγγλίας, το 1912 και το 1915 για παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα οι οποίες δεν τελεσφόρησαν.

Η περίοδος μέχρι το 1912

Μέχρι τι 1912 οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν ασχοληθεί συστηματικά με το κυπριακό ζήτημα. Έπρεπε να αντιμετωπίσουν τον αντίκτυπο της ήττας του 1897, τον Μακεδονικό Αγώνα, το ζήτημα της Κρήτης και την αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων, μεταξύ άλλων. Το 1911-12 ο πρεσβευτής στο Λονδίνο Ιωάννης Γεννάδιος συνέταξε δύο εκθέσεις πάνω στις οποίες βασίστηκε η ελληνική πολιτική στο Κυπριακό. Αυτή διατυπώνονταν σε δύο άξονες. Πρώτον, το εθνικό κέντρο έπρεπε να χαράξει την κατευθυντήρια γραμμή, δεύτερον η Ένωση θα έπρεπε να διεκδικηθεί σε συνεργασία με τις βρετανικές αρχές.

Είναι η εποχή που η Αθήνα για πρώτη φορά εντάσσει το Κυπριακό στις υπόλοιπες εθνικές της διεκδικήσεις. Και αυτό γίνεται επί πρωθυπουργίας Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος και συζήτησε για πρώτη φορά το ενδεχόμενο παραχώρησης της Κύπρου στην Ελλάδα.

Η πρόταση παραχώρησης του 1912

Στα μέσα του 1912 οι Βρετανοί στρατιωτικοί αναλυτές συζητούσαν το ενδεχόμενο κατάληψης νησιών του Αιγαίου από την Ιταλία και τις επιπτώσεις που θα προκύπταν για το Βρετανικό Ναυτικό. Θεωρούσαν ότι τα συμφέροντα τους θα μπορούσαν να απειληθούν από τον στόλο της Ιταλίας ή της Αυστροουγγαρίας, αλλά θα αντιμετωπίζονταν από τη ναυτική βάση της Μάλτας, ενώ δεν θα μπορούσε να υπάρχει μόνιμη κατοχή εδάφους ανατολικά της Μάλτας. Παρ΄ όλα αυτά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η καλύτερη διασφάλιση των συμφερόντων τους θα μπορούσε να επιτευχθεί με μια ναυτική συμφωνία με τα Γαλλία.

Τον Ιούλιο 1912 συμφωνήθηκε ότι το Βρετανικό Ναυτικό θα μπορούσε να προστατεύει τα αγγλογαλλικά συμφέροντα στην Ανατολική και το Γαλλικό στην Δυτική Μεσόγειο. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, η Βρετανία θα χρειάζονταν ένα σύμμαχο στην Ανατολική Μεσόγειο και ο Ουίνστων Τσώρτσιλ που ήταν Πρώτος Λόρδος του Ναυαρχείου, επέλεξε την Ελλάδα.

Με το Γιβραλτάρ και την Μάλτα υπό βρετανικό έλεγχο, ο Τσώρτσιλ επιδίωκε να αποκτήσει πρόσβαση σε ένα λιμάνι κοντά στην Αδριατική, από το οποίο σε περίπτωση πολέμου ενάντια στην Τριπλή Συμμαχία θα μπορούσε να εξουδετερώσει τον στόλο της Αυστροουγγαρίας και ένα μέρος του στόλου της Ιταλίας. Στις διερευνητικές επαφές που έγιναν με τον πρόξενο της Ελλάδας στο Λονδίνο Ιωάννη Σταυρίδη, ο Τσώρτσιλ ξεκαθάρισε ότι ενδιαφέρονταν για το λιμάνι του Αργοστολίου. Όχι με προσάρτηση ή μίσθωση, αλλά το δικαίωμα χρήσης του λιμανιού με μυστική συμφωνία. Ως αντάλλαγμα παραχωρούσε την Κύπρο.

Στις 12 Δεκεμβρίου ο Ελευθέριος Βενιζέλος ενημερώθηκε από τον Σταυρίδη για την βρετανική πρόταση. Στις 16 Δεκεμβρίου ο Έλληνας πρωθυπουργός ενημερώθηκε από το Λόιντ Τζορτζ, υπουργό οικονομικών για την βρετανική πρόταση, με την οποία συμφώνησε και για το θέμα του Αργοστολίου και για το θέμα μιας συμμαχίας με την Βρετανία και τη Γαλλία. Στις 17 Δεκεμβρίου, ο Ελευθέριος Βενιζέλος συναντήθηκε με τους Ουίνστων Τσώρτσιλ και Λόιντ Τζορτζ και συμφώνησαν να προχωρήσουν το θέμα του Αργοστολίου και της Κύπρου. Συμφωνήθηκε επίσης να μην ανακοινωθεί το θέμα της συμμαχίας με την Βρετανία και τη Γαλλία, πριν το Λονδίνο ενημερώσει τους Γάλλους και τους Ρώσους.

Στις 5 Ιανουαρίου 1913 ο Λόιντ Τζορτζ ενημέρωσε τον Βενιζέλο ότι ο Τσώρτσιλ είχε ετοιμάσει την πρόταση για την συμμαχία με την Γαλλία και θα την προωθούσε στην Γαλλία. Όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός ζήτησε να δει την πρόταση, του παρουσιάστηκε ένα memorandum το οποίο συμβούλευε την Ελλάδα να αναπτύξει ένα πιο ευέλικτο ναυτικό, να ακυρώσει την παραγγελία του θωρηκτού που είχε κάνει στην Γερμανία και στη θέση του να αποκτήσει ελαφρύτερα σκάφη. Ο Τσώρτσιλ επίσης αποκάλυψε ότι ο πρωθυπουργός Χέρμπερτ Άσκουιθ και ο υπουργός Εξωτερικών Έντουαρντ Γκρέι θεωρούσαν ότι θα ήταν δύσκολο να αιτιολογηθεί η παραχώρηση της Κύπρου με μυστική συμφωνία, θα έπρεπε να γίνει επίσημα. Τελικά συμφώνησαν να αναβάλουν το θέμα μέχρι το τέλος των διαπραγματεύσεων για την Συνθήκη του Λονδίνου που τερμάτιζε τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο.

Τον Ιανουάριο 1914 ο Ελευθέριος Βενιζέλος επισκέφθηκε πάλι το Λονδίνο. Στις επαφές του με την βρετανική κυβέρνηση έθεσε το θέμα του Αργοστολίου και της Κύπρου, αλλά του επισημάνθηκε ότι η πολιτική κρίση που είχε προκύψει για το θέμα της Ιρλανδίας, δεν ευνοεί την λήψη οριστικών αποφάσεων. Συμφωνήθηκε να αναβληθεί η συζήτηση του θέματος μέχρι το τέλος Αυγούστου, αλλά στις 28 Ιουλίου ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.

Ο Έντουαρντ Γκρέι ο οποίος διαμόρφωνε μια πολύ συντηρητική εξωτερική πολιτική δεν ήθελε να προχωρήσει η υπόθεση του Αργοστολίου και της Κύπρου, γιατί φοβόνταν την αντίδραση της Ιταλίας. Από την πλευρά του, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ απογοητεύθηκε γιατί η Αθήνα δεν ακολούθησε το σχέδιο του για προμήθειες νέων πλοίων που θα έκαναν το ναυτικό πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό για τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου. Στην πορεία προέκυψαν και μεγάλα κόστη υποστήριξης του Αργοστολίου για τις επιχειρήσεις στην Αδριατική, τα οποία ο Τσώρτσιλ δεν είχε υπολογίσει στον αρχικό σχεδιασμό. Όλα αυτά οδήγησαν σε μια οπισθοχώρηση της βρετανικής κυβέρνησης στο θέμα της Κύπρου.

Στις 5 Νοεμβρίου η Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία κήρυξαν τον πόλεμο στην Τουρκία. Αυτό για την Βρετανία σήμαινε την άρση του κωλύματος της τουρκικής επικυριαρχίας στην Κύπρο. Έτσι η Βρετανία κήρυξε την προσάρτηση της Κύπρου με ημερομηνία 5 Νοεμβρίου 1914, αλλά η διεθνής αναγνώριση αυτής της πράξης θα ολοκληρωθεί με την Συνθήκη της Λωζάνης το 1923.

Η πρόταση παραχώρησης του 1915

Τον Οκτώβριο 1915 τα αυστρογερμανικά και βουλγαρικά στρατεύματα κινήθηκαν επιθετικά κατά της Σερβίας. Αν συνέτριβαν την Σερβία οι Κεντρικές Δυνάμεις θα αποκτούσαν τον πλήρη έλεγχο της σιδηροδρομικής γραμμής της Κωνσταντινούπολης και η Νοτιοανατολική Ευρώπη θα έμενε εκτεθειμένη.

Οι βρετανικές προσπάθειες επικεντρώνονται στο να κινητοποιήσουν την Ελλάδα και την Ρουμανία στο πλευρό της Αντάντ. Στις 12 Oκτωβρίου ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Έντουαρντ Γκρέι δίνει εντολή στον πρέσβη στην Αθήνα Φράνσις Έλλιοτ να προσπαθήσει να πείσει την κυβέρνηση να μπει στον πόλεμο. Δεν προσφέρεται τίποτα ως αντιστάθμισμα. Την επόμενη ημέρα ο Γκρέι βελτιώνει την προσφορά του εγγυώμενος τα σύνορα της Ελλάδας και υποσχόμενος ότι με τον τερματισμό του πολέμου θα υπάρξουν εδαφικές προσαρτήσεις.

Μέσα στο κλίμα αυτό, ο Ρόμπερτ Σέσιλ, μόνιμος υφυπουργός Εξωτερικών διατυπώνει ένα σχέδιο με βάση το οποίο στην Ελλάδα θα πρέπει να δοθούν η Νότια Θράκη, η Σμύρνη και η Κύπρος, πριν το τέλος του πολέμου. Αν και ο Γκρέι διαφώνησε αρχικά για την Κύπρο, άλλαξε γρήγορα γνώμη.

Στις 16 Οκτωβρίου στέλνεται νέο τηλεγράφημα στον πρέσβη Έλλιοτ στο οποίο αναφέρεται ότι η Βρετανία είναι έτοιμη να παραχωρήσει την Κύπρο στην Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι θα υποστηρίξει στρατιωτικά την Σερβία στην επίθεση που δέχεται και θα συμπαραταχθεί με την Αντάντ. Στο τηλεγράφημα γίνονταν σαφές ότι η Ελλάδα έπερεπε να υποστηρίξει άμεσα και με πλήρη κινητοποίηση των στρατιωτικών της δυνάμεων την Σερβία.

Από το τηλεγράφημα του Γκρέι προκύπτουν δύο ενδιαφέροντα σημεία. Πρώτον, ότι επαναλαμβάνεται η τακτική του δολώματος της Κύπρου του 1912. Δεύτερον, δίνεται στην κυβέρνηση Ζαΐμη ελάχιστος χρόνος για να απαντήσει. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ψυχολογική πίεση που ασκήθηκε στην Αθήνα για να εκδηλωθούν οι προθέσεις της κυβέρνησης.

Στις 19 Οκτωβρίου ο Έλλιοτ πληροφορεί το Λονδίνο ότι το θέμα της Κύπρου πρόκειται να συζητηθεί εκείνη την ημέρα στο Υπουργικό Συμβούλιο, με την συμμετοχή του βασιλιά Κωνσταντίνου. Την επόμενη ημέρα ο Ζαΐμης ενημέρωσε τους πρεσβευτές της Βρετανίας και της Ρωσίας ότι με βάση την γνώμη των στρατιωτικών θα ήταν καταστρεπτική η βοήθεια προς την Σερβία και ότι αποφασίστηκε να μην αναληφθεί δράση, αλλά η Ελλάδα να διατηρήσει την καλοπροαίρετη προς την Αντάντ ουδετερότητα της. Το Γενικό Επιτελείο ήταν πεπεισμένο ότι τα συμμαχικά στρατεύματα θα έφθαναν πολύ αργά για να βοηθήσουν την Σερβία. Έγινε σαφές ότι καμιά προσφορά δεν θα άλλαζε τη στάση της Ελλάδας.

Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Σαζόνοφ θεωρούσε ότι οι προσφορές προς την Ελλάδα ήταν υπερβολικές και ότι αυτό μείωνε το πρεστίζ της Αντάντ, η οποία έδινε την εντύπωση ότι παραχωρούσε τα πάντα για να επιτύχει την ελληνική συνεργασία. Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί δεν είχαν πρόβλημα με την παραχώρηση της Κύπρου, ενώ οι αντιρρήσεις των Ρώσων είχαν να κάνουν περισσότερο με το ότι η Ελλάδα θα κυριαρχούσε στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η επίσημη ελληνική απάντηση στην βρετανική προσφορά για την Κύπρο, δόθηκε από τον πρέσβη Ιωάννη Γεννάδιο στις 22 Οκτωβρίου στο Λονδίνο. Στις 24 Οκτωβρίου ο Λόρδος Κρου τηλεγραφεί στον πρέσβη Έλλιοτ ότι η προσφορά για την Κύπρο έχει τελειώσει. Και είτε δεν θα ξαναγίνει στο μέλλον, είτε αν γίνει θα είναι κάτω από προϋποθέσεις που δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν. Στις 25 Οκτωβρίου μεταβιβάζεται η απόφαση του Λονδίνου στον Ζαΐμη.

Αξιολογώντας την βρετανική πρόταση μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η ευθύνη του Κωνσταντίνου και της κυβέρνησης του είναι προφανής. Η βρετανική κυβέρνηση γνώριζε ότι η πρόταση της δεν είχε πιθανότητες αποδοχής, δεδομένης της σταθερής πολιτικής του Κωνσταντίνου περί ουδετερότητας της Ελλάδας.

Από την πλευρά των Βρετανών είναι περίεργο το γεγονός ότι μόνο λίγοι υπουργοί γνώριζαν την πρόταση και το ότι δεν είχε περάσει από το Υπουργικό Συμβούλιο. Σε μια τέτοια διαδικασία, ο Γκρέι θα είχε αντιμετωπίσει σοβαρές αντιρρήσεις για την παραχώρηση της Κύπρου. Προφανώς, οι λόγοι που τον οδήγησαν σε αυτή την πρόταση είχαν να κάνουν με την πίεση που αισθάνονταν με τις εξελίξεις στο μέτωπο των Βαλκανίων. Με τα δεδομένα αυτά, η πρόταση παραχώρησης της Κύπρου δεν ήταν πλήρως τεκμηριωμένη, άρα όχι απολύτως γνήσια.

Συμπερασματικά, διαπιστώνουμε ότι και οι δύο προτάσεις της Βρετανίας του 1912 και του 1915 δεν ήταν αρκούντως σοβαρές. Έγιναν από τον Ουίνστον Τσώρτσιλ και τον Έντουαρντ Γκρέι για να τους βοηθήσουν στην επίλυση κάποιων προβλημάτων της συγκυρίας που αντιμετώπιζαν, χωρίς να έχουν εξασφαλίσει την πλήρη στήριξη της βρετανικής πολιτικής ελίτ, που θα χρειάζονταν για μια τέτοια απόφαση. Τις ευθύνες από ελληνικής πλευράς τις έχει καταγράψει η ιστορία

 

Κυριακή 25 Ιουλίου 2021

Η επαναφορά του δόγματος του ενιαίου αμυντικού χώρου και η ελληνική ΑΟΖ

γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς

Με αφορμή την τελευταία ανάρτηση για την προδοσία της Κύπρου, κάποιοι φίλοι μου έστειλαν ερωτήματα για το αν είναι δυνατή η επαναφορά του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας Κύπρου.

Η απάντηση είναι θετική. Αν η Ελλάδα θέλει να υπερασπιστεί την ΑΟΖ της θα πρέπει να αναδιατάξει τις δυνάμεις της με τον τρόπο που ίσχυε όταν λειτουργούσε το ΔΕΑΧ. Για να γίνει αυτό εφικτό χρειάζονται σοβαρές αναπροσαρμογές σε επίπεδο δογμάτων, οργανωτικής δομής και διάταξης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Πρόκειται για μία διαδικασία που εξαρτάται αποκλειστικά από την Ελλάδα και χρειάζεται πολιτική βούληση για την υλοποίηση της.

Το κείμενο που παρατίθεται αποτελεί περίληψη μίας μελέτης η οποία είχε ζητηθεί από ενδιαφερόμενους φορείς το 2019.

Η Ελληνική ΑΟΖ, οι στρατιωτικές ανάγκες υπεράσπισής της και το ΔΕΑΧ

Βαγγέλης Χωραφάς & Πολυχρόνης Ναλμπάντης

Σήμερα, τα θέματα ασφαλείας της Ελλάδας, τα οποία για το Αιγαίο και τα βόρεια σύνορα είναι γνωστά, επηρεάζονται άμεσα και από τα ζητήματα ασφαλείας της Μεσογείου. Χαρακτηρίζονται ως κεντρικής σημασίας σε επίπεδο στρατηγικών συζητήσεων και λήψεων αποφάσεων παγκοσμίως. Παράλληλα, έχουν επιταχύνει τη μετατόπιση της προσοχής από την Ευρώπη στην περίμετρό της και ως εκ τούτου, υπάρχει πλέον μια σαφής σύγκλιση της προσοχής των μελών του ΝΑΤΟ προς τη Μεσόγειο και την ενδοχώρα της, από το Μαγκρέμπ μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα και τον Περσικό Κόλπο.

Η ανατολική Μεσόγειος έχει μετακινηθεί προς το κέντρο της δυτικής στρατηγικής ανησυχίας, μια αλλαγή η οποία θα ενισχυθεί από την προοπτική της διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων της ασφάλειας και των δεσμεύσεων για την περιφέρεια της Ευρώπης. Η ασφάλεια στη Μαύρη Θάλασσα, την Ερυθρά Θάλασσα και τον Περσικό Κόλπο είναι πλέον πιο στενά συνδεδεμένη με τη Μεσόγειο Θάλασσα και συνεπώς απαιτούν νέες ρυθμίσεις ασφαλείας, τόσο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ όσο και του ΟΗΕ. Το τρέχον περιβάλλον ασφαλείας της Μεσογείου χαρακτηρίζεται από μια μονιμοποιημένη αστάθεια.

Οι προκλήσεις ασφαλείας και οι πηγές αστάθειας στην ανατολική Μεσόγειο είναι ποικίλες. Παράλληλα όμως, η συνεχής τουρκική απειλή προς την Ελλάδα, σε συνδυασμό με την εκμετάλλευση των πρόσφατα ανακαλυφθέντων υποθαλάσσιων ενεργειακών πόρων στη Κύπρο και γενικότερα στη Μεσόγειο, κάνουν πιο διάχυτη την αίσθηση έλλειψης ασφαλείας, που απαιτούν δράσεις για την αντιμετώπιση των απειλών, και αφορούν τόσο αυτούς όσο και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Δύσης/Ευρώπης.

Σε ένα τέτοιο διεθνή στρατηγικό περιφερειακό περιβάλλον, οι ελληνικές ΕΔ, με την -απαραίτητη να επιτευχθεί- διακλαδική τους επιχειρησιακή ετοιμότητα, πρέπει να είναι σε θέση να μετακινηθούν γρήγορα και άμεσα με έμφαση στην πρόληψη, την αποτροπή, την προστασία και την παρέμβαση (στρατιωτική εμπλοκή). Πρέπει να δείχνουν υψηλό βαθμό ετοιμότητας για αποτροπή των εξωτερικών απειλών και προκλήσεων ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα και τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα της χώρας. Τα προηγούμενα δεν είναι αυτονόητα πλέον στο τομέα της άμυνας την εποχή που η χώρα εξακολουθεί να επιβαρύνεται από ένα υπέρογκο δημόσιο χρέος.

Η Ελλάδα, παρά τις ήδη μεγάλες της υποχρεώσεις και τις περιορισμένες συγκριτικά δυνατότητες και παρά τις δυσχερείς δημοσιονομικές οικονομικές συνθήκες, εξακολουθεί να συμπράττει, στο μέτρο του δυνατού, στην προώθηση της σταθερότητας κυρίως στα Βαλκάνια, και στην επίλυση των μειζόνων ζητημάτων, που απασχολούν την ευρύτερη περιοχή. Βέβαια, η οικονομική κρίση της περιόδου 2010-2018 και η περίοδος συνέχισης των υπερπλεονασμάτων 2018-2023, έχουν χειροτερεύσει τη κατάσταση στο χώρο της άμυνας και της ασφάλειας, σε σημείο που η χώρα να βρίσκεται μονίμως στα όρια της γεωπολιτικής κρίσης. Οι κυβερνήσεις από το 2010 μέχρι σήμερα, αποφεύγουν τη συζήτηση για τέτοιου είδους θέματα και αρκούνται σε ρητορείες περί του φρονήματος και του αξιόμαχου των ΕΔ καθώς και της υποτιθέμενης μελλοντικής αποκατάστασης των μισθών και συντάξεων των στρατιωτικών.

Οι ισχυρές πιέσεις στους αμυντικούς προϋπολογισμούς των κρατών της Δύσης, παρά τις πιέσεις της διοίκησης Τραμπ και το πιο περίπλοκο και αβέβαιο περιβάλλον ασφαλείας, δεν ώθησαν προς τη κατεύθυνση ανανέωσης των προσπαθειών για μία νέα και περισσότερο σταθερή Ευρωατλαντική αμυντική συνεργασία, μέσα και από κοινά προγράμματα εξοικονόμησης πόρων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι αδύναμες οικονομικά χώρες να χάσουν βαθμούς ελευθερίας των κινήσεών τους και να διευρύνουν την εξάρτησή τους από τις μεγάλες δυνάμεις του ευρωατλαντικού πλέγματος.

Τα αφηγήματα που αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα της κρίσης, περί εγγύησης των ΗΠΑ για εξάλειψη των κινδύνων από τη τουρκική επιθετικότητα και τη μείωση των πιθανοτήτων θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο, προκύπτουν από τις προηγούμενες εξελίξεις.

Στρατιωτικές προϋποθέσεις για την ΑΟΖ

Η εξεύρεση της σωστής ισορροπίας των μελλοντικών δυνάμεων και των στρατιωτικών ικανοτήτων δεν θα είναι εύκολη. Το μέλλον των ελληνικών ΕΔ απαιτεί αποφασιστικά αποτελέσματα σε όλο το φάσμα των επιχειρήσεων. Μια καλά ισορροπημένη θέση και σχέση σχετικά με τη στρατιωτική ισχύ, βαρέα, μεσαία και ελαφρά, με σωστή αναλογία, αλλά και με πλήρη Διακλαδική Υποστήριξη Μάχης, με εξειδικευμένες μονάδες και με ισχυρή υποστήριξη υπηρεσιών, θα μας επιτρέψει να προσαρμόσουμε τα σωστά «πακέτα» στρατιωτικής ισχύος, ώστε να ανταποκρίνονται πλήρως σε κάθε είδος στρατιωτικής επιχείρησης.

Όμως, η εξασφάλιση της ελληνικής ΑΟΖ είναι συνυφασμένη με τις σημερινές επιχειρησιακές δυνατότητες και τον τρέχοντα επιχειρησιακό/τακτικό σχεδιασμό των ελληνικών ΕΔ. Οι παρακάτω προτάσεις επιχειρησιακού-τακτικού επιπέδου για τους τρείς κλάδους των ΕΔ αφορούν τις υφιστάμενες επιχειρησιακές τους δυνατότητες και οι οποίες δεν πρέπει να συγχέονται με τις επιθυμητές/αναγκαίες, που απαιτούν χρόνο και πιστώσεις για την υλοποίησή τους.

Συνεπώς, πρέπει να υλοποιηθούν μόνο με την αξιοποίηση των υφιστάμενων επιχειρησιακών μέσων και δυνατοτήτων, που μπορεί να εφαρμοσθούν άμεσα και αφού γίνει αποδεκτό το ανάλογο οικονομικό κόστος.

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνει σαφές ότι καμία ανακήρυξη/οριοθέτηση ΑΟΖ δεν μπορεί να γίνει από οποιαδήποτε κυβέρνηση πριν ληφθούν τα απαραίτητα στρατιωτικά μέτρα.

Είτε προτιμηθεί η ανακήρυξη, είτε η κατάθεση γραμμών οριοθέτησης, η Τουρκία αναμένεται να δημιουργήσει συνθήκες κρίσης χαμηλής ή υψηλής έντασης στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Στο επίπεδο που βρίσκονται σήμερα οι ελληνικές ΕΔ για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν σοβαρά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, χρειάζονται αναπροσαρμογές σε επίπεδο δογμάτων, οργανωτικής δομής και διάταξης.

Αναγκαίες προσαρμογές

Οι ελληνικές (ΕΔ) πρέπει να εστιαστούν στην επίτευξη «Ελιγμού και Κυριαρχίας στο Πολυχωρικό Πεδίο Μάχης» στο θέατρο πολέμου «Θράκη – Αιγαίο Πέλαγος – Μεσόγειος Θάλασσα» και σε όλο το φάσμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων μέσω της εφαρμογής νέων επιχειρησιακών ιδεών/εννοιών, ενώ το πρότυπο αυτό παρέχει μια κοινή κατεύθυνση στους Κλάδους των ΕΔ για την ανάπτυξη ισχυρών επιχειρησιακών δυνατοτήτων, μέσα από το κοινό πλαίσιο του ισχύοντος στρατηγικού δόγματος «Αμυντικού – Αποτρεπτικού» της Χώρας. «Ελιγμός και Κυριαρχία στο Πολυχωρικό Πεδίο Μάχης» των ελληνικών ΕΔ σημαίνει αντιμετώπιση κάθε ενδεχόμενης απειλής μέσω της αποφασιστικής εμπλοκής.

Το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ) απαιτείται να συγχρονίζει και να ενσωματώνει τις επιχειρησιακές δράσεις στη ξηρά, τη θάλασσα, τον αέρα, το διάστημα και τον κυβερνοχώρο για την επίτευξη των στρατηγικών και επιχειρησιακών στόχων μέσω ολοκληρωμένων, κύριων διακλαδικών επιχειρήσεων, αλλά και χαμηλής έντασης συγκρούσεων. Πρέπει να προβεί στην ολοκλήρωση και τη βελτίωση των στρατιωτικών του δυνατοτήτων για τη δημιουργία μίας αποφασιστικής και αποτελεσματικής Διακλαδικής Δύναμης, με την ανάπτυξη και ενσωμάτωση 6 νέων επιχειρησιακών εννοιών:

Προβολή Αποτροπής: Ικανότητα της Διακλαδικής Δύναμης να αποτρέπει έναν δυνητικό αντίπαλο να χρησιμοποιήσει τις υφιστάμενες δυνατότητες και συμπεριφορές του και να εφαρμόσει κάποια ανεπιθύμητη πολιτική ή στρατιωτική ενέργεια.

Έγκαιρη Αντίδραση: Αμυντική και Επιθετική/Αντεπιθετική ικανότητα της Διακλαδικής Δύναμης για αποτελεσματική αντίδραση και δράση, με ενέργειες κατάλληλες και προσαρμόσιμες στις εκάστοτε συνθήκες, σε κάθε εχθρική απειλή ή ενέργεια.

Διακλαδικό Ελιγμό: Ικανότητα της Διακλαδικής Δύναμης να αποκτά πλεονέκτημα θέσης με αποφασιστική ταχύτητα και υπέρτερο επιχειρησιακό ρυθμό.

Αποφασιστική Εμπλοκή: Ικανότητα της Διακλαδικής Δύναμης να προκαλεί και να παράγει τα αποτελέσματα που απαιτούνται προς επίτευξη των αντικειμενικών σκοπών και της επιθυμητής τελικής κατάστασης.

Ολοκληρωμένη Προστασία Δύναμης: Ικανότητα της Διακλαδικής Δύναμης να προστατεύει το προσωπικό και τα μέσα που απαιτούνται για την αποτελεσματική υλοποίηση των έργων της.

Εστιασμένη Διακλαδική Μέριμνα: Ικανότητα παροχής στη Διακλαδική Δύναμη κατάλληλου προσωπικού, εξοπλισμού και εφοδίων, στο σωστό τόπο και χρόνο και στη σωστή ποσότητα, σε όλο το εύρος των στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Οι προαναφερόμενες επιχειρησιακές αντιλήψεις ενισχύουν και επιτρέπουν την επίτευξη μαζικών αποτελεσμάτων σε πολεμικές επιχειρήσεις/συγκρούσεις από περισσότερο διασπαρμένες δυνάμεις. Η συνέργεια αυτή ενισχύει σημαντικά τις δυνατότητες σε υψηλής έντασης συμβατικές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ωστόσο, η συνέργεια αυτών των επιχειρησιακών εννοιών υπερβαίνει έντονα τα υφιστάμενα πλαίσια του συμβατικού πολέμου. Η ανάπτυξη αυτών, επιτρέπει την κυριαρχία σε όλο το εύρος/φάσμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων από την ανθρωπιστική βοήθεια μέσω των ειρηνευτικών επιχειρήσεων και τις συγκρούσεις χαμηλής έντασης μέχρι και τις πολεμικές συγκρούσεις υψηλής έντασης.

Κάθε μια από αυτές τις 6 νέες επιχειρησιακές έννοιες ενσωματώνει την υψηλή ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού των ελληνικών ΕΔ και τις τεχνολογικές εξελίξεις στη νέα πληροφοριακή-ψηφιακή εποχή. Η εφαρμογή τους παρέχουν στην Ελλάδα τη δυνατότητα να κυριαρχήσει επί του αντιπάλου σε όλο το φάσμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων και πλέον πρέπει να αποτελούν το βασικό επιχειρησιακό χαρακτηριστικό για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις στον 21ο αιώνα.

Άλλωστε, το επιχειρησιακό επίπεδο των συγκρούσεων, όπου οι ελληνικές ΕΔ θα ενεργήσουν, είναι το κοινό επίπεδο συγχρονισμού της σύγκρουσης. Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας όλες οι ελληνικές ΕΔ να εστιάζουν στο συνολικά κοινό ΑΝΣΚ/στόχο. Βασική προϋπόθεση για τα παραπάνω είναι η ορθή ανάπτυξη της διακλαδικότητας και είναι επιτακτικό η ύπαρξη κατάλληλης οργανωτικής δομής δυνάμεων, καθώς και ανάλογων σχέσεων διοίκησης, οι οποίες πρέπει να αναπροσαρμοστούν για το σύγχρονο Πολυχωρικό Πεδίο Επιχειρήσεων. Συνεπώς απαιτείται άμεσα μια νέα Πολιτική Εθνικής Άμυνας 2020 και μια Νέα Δομή Δυνάμεων 2020-2025.

Έτσι λοιπόν, η επιχειρησιακή έννοια «Ελιγμός και Κυριαρχία στο Διακλαδικό Πεδίο Μάχης» για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι το επιστέγασμα της στρατιωτικής αντίληψης των νέων διακλαδικών επιχειρησιακών εννοιών, σύμφωνα με την οποία μια διακλαδική στρατιωτική δομή επιτυγχάνει τον έλεγχο όλων των στοιχείων του πεδίου της μάχης, χρησιμοποιώντας χερσαία, εναέρια και θαλάσσια μέσα. Περιλαμβάνει τη φυσική διάσταση της μάχης: στην ξηρά, στον αέρα, στη θάλασσα, στο διάστημα, καθώς και το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα/κυβερνοχώρο και το πληροφοριακό πεδίο. Παράλληλα όμως, σημαίνει και «έλεγχο της ελευθερίας δράσης των αντιπάλων δυνάμεων», ώστε η εκμετάλλευση του πεδίου μάχης από αυτούς να είναι εντελώς ελεγχόμενη, περιορισμένη και τελικά αδύνατη.

Συνεπώς, με κατάλληλο συνδυασμό των υπόψη επιχειρησιακών δυνατοτήτων διαμορφώνονται οι δύο βασικές επιλογές δράσης, ήτοι η αποτροπή και η αποτελεσματική άμυνα/αντεπίθεση, εάν απειληθεί η ακεραιότητα και η εθνική ανεξαρτησία της χώρας, με δυνατότητα μετάπτωσης σε επίθεση, εφόσον δημιουργηθούν οι απαραίτητες προς τούτο προϋποθέσεις και συνθήκες.

Επιμέρους μέτρα

Η μέχρι σήμερα συζήτηση για ενδεχόμενη ανακήρυξη και οριοθέτηση της ΑΟΖ παρουσιάζει τη μεγαλύτερη εμπλοκή στην περιοχή του Καστελόριζου. Με βάση τους ελληνικούς σχεδιασμούς επιδιώκεται η ύπαρξη κοινών συνόρων της ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ, γεγονός που δεν αποδέχεται η Τουρκία. Το ενδεχόμενο αυτό δεν είχε στο παρελθόν προβλεφθεί στον επιχειρησιακό σχεδιασμό των ΕΔ.

Ειδικότερα ο χρόνος αερομεταφοράς μονάδων από την Κρήτη προς τη νήσο Μεγίστη που είναι αρκετά μεγάλος, και εκτιμάται σε 2 ½ έως 3 ώρες, καθώς και ο τρόπος και τα μέσα μεταφοράς χρειάζονται επανασχεδιασμό.

Είναι προφανές ότι νήσος Μεγίστη και το σύμπλεγμα νησίδων της πρέπει να ενισχυθεί με ισχυρά έργα οχύρωσης (συμπεριλαμβανομένων και έργων προστασίας πυρομαχικών – εφοδίων – υλικών για τουλάχιστον 15-20 ημερών αγώνα ), όπως και με τα απαραίτητα οπλικά συστήματα. Η επάνδρωση του νησιωτικού συμπλέγματος θα πρέπει να ενισχυθεί καθώς η γεωγραφική θέση και η απόσταση – χρόνος ενίσχυσης πιθανόν να επιβάλλουν και την προτοποθέτηση σημαντικών δυνάμεων. Σε κάθε περίπτωση η υψηλή ετοιμότητα των εγκατεστημένων στο σύμπλεγμα δυνάμεων αποτελεί πρωταρχική απαίτηση και θα πρέπει να διασφαλιστεί με την τοποθέτηση υψηλού ηθικού και στρατιωτικής κατάρτισης προσωπικού. Η ανασυγκρότηση/ενίσχυση σε μέσα και προσωπικό του Ειδικού Τάγματος Εθνοφυλακής της νήσου Μεγίστης αποτελεί άμεση αναγκαιότητα. Το κόστος όλων αυτών των μέτρων είναι άγνωστο, αλλά εκτιμάται ότι δεν θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα υψηλό. Χρειάζεται όμως χρόνος για την υλοποίησή τους.

Σε ότι αφορά τις ναυτικές δυνάμεις και τις δυνατότητες κάλυψης της συγκεκριμένης περιοχής, η προμήθεια πλοίων με δυνατότητα αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής είναι μεν αναγκαία αλλά μετατίθεται για το μέλλον. Κατά συνέπεια η άμυνα του συμπλέγματος θα πρέπει να βασιστεί σε υπάρχοντα μέσα και δυνατότητες. Με αυτή την παραδοχή, η συνεχής ανάπτυξη υποβρυχίων και ταχέων σκαφών κρούσης (πυραυλακάτων), καθώς και συστημάτων εκτόξευσης πυραύλων εδάφους-θαλάσσης και εδάφους-αέρος στην περιοχή του συμπλέγματος, αποτελεί τη μοναδική άμεσα διαθέσιμη επιλογή. Σε γενικές γραμμές, το ναυτικό βρίσκεται ναι μεν σε κατάσταση που έχει πληγεί από την οικονομική κρίση, αλλά επιχειρησιακά δεν έχει χάσει τα πλεονεκτήματά του.

Σε ό,τι αφορά τις αεροπορικές δυνάμεις, η αναδιάταξη αριθμού αεροσκαφών στο Καστέλι Ηρακλείου, η οποία θα μπορούσε να ενισχυθεί, αριθμητικά και ποιοτικά, είναι απαραίτητη για τις νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί. Ο προγραμματισμός πτήσεων του Αερομεταφερόμενου Συστήματος Επιτήρησης και Ελέγχου (ΑΣΕΠΕ) στην περιοχή ενδιαφέροντος αυξάνει τις δυνατότητες επιτήρησης αέρος, επιφανείας και εδάφους και δρα αποτρεπτικά στις τουρκικές ΕΔ.

Η Τουρκία εκτιμάται, ότι θα συνεχίσει και θα προσπαθεί έμπρακτα να αμφισβητήσει τα ελληνικά [Αιγαίο – Ανατολική Μεσόγειος] και τα κυπριακά κυριαρχικά δικαιώματα και να τα μετατρέψει σε τετελεσμένα τουρκικά δικαιώματα. Και θα το επιχειρεί, προσπαθώντας να εξαφανίσει την ΑΟΖ Ρόδου-Μεγίστης/Καστελόριζου, που ενοποιεί την ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου.

Επαναφορά του ΔΕΑΧ

Στη πραγματικότητα, η υπεράσπιση της ελληνοκυπριακής ΑΟΖ επαναφέρει ξανά στο προσκήνιο το απολεσθέν από το 2011, Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου ως προϋπόθεσης ενός Ενιαίου Ενεργειακού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ. Οι Ελληνικές ΕΔ θα πρέπει να αναπτυχθούν περίπου με τον ίδιο τρόπο, όπως και στο ΔΕΑΧ για να υπερασπισθούν την ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ. Το ΔΕΑΧ έχει ατονήσει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά δεν έχει εξαλειφθεί πλήρως από τα αμυντικά δόγματα των δύο χωρών. Το 2011 οι τότε υπουργοί Άμυνας Ελλάδας και Κύπρου Βενιζέλος και Παπακώστας προσπάθησαν να το αντικαταστήσουν με τη ρήτρα Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (PESCO), που προβλέπεται από τη συνθήκη της Λισαβόνας. Σε ό,τι αφορά τη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, δεν αναφέρεται σε αμυντική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, αλλά σε συνεργασία για την απόκτηση στρατιωτικών ικανοτήτων που μπορεί να χρησιμοποιηθούν από την ΕΕ. Αυτή η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία δεν έχει καμία σχέση με τον Ενιαίο Αμυντικό Χώρο.

Επί της ουσίας, η Ελλάδα θα αναλάβει το βάρος υπεράσπισης της ΑΟΖ και της εκ των πραγμάτων επαναφοράς του ΔΕΑΧ. Θα πρέπει επίσης να καταστεί σαφές, ότι και η Κύπρος θα πρέπει να επωμιστεί το βάρος της ευθύνης και το οικονομικό κόστος που της αντιστοιχεί.

Στα θέματα της ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου-Τουρκίας, ήρθε να προστεθεί και το θέμα του μνημονίου Τουρκίας-Λιβύης για την ΑΟΖ. Πρόκειται για ένα πρόσθετο βάρος στον σχεδιασμό των Ενόπλων Δυνάμεων. Η απειλή Ερντογάν περί γεωτρήσεων παντού, διαμορφώνει μία νέα κατάσταση. Αν όλα αυτά υλοποιηθούν, τότε το Ναυτικό θα έχει επιπρόσθετες αποστολές που πρέπει να συνεκτιμηθούν.

Άλλες διαστάσεις

Εκτός των υπολοίπων θα πρέπει να επισημάνουμε ότι υπάρχουν και στρατιωτικές χρήσεις της ΑΟΖ. Συγκεκριμένα, η απαγόρευση πολεμικών χρήσεων της ανοικτής θάλασσας ισχύει και στην ΑΟΖ με βάσει τα άρθρα 58 παρ.2 και 88 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας. Τέλος, με βάση το άρθρο 301 της Σύμβασης το παράκτιο κράτος μπορεί να αντιτίθεται σε στρατιωτικές δραστηριότητες που διεξάγονται στη ΑΟΖ του από το άλλο κράτος, όχι μόνο όταν απειλείται η εδαφική του ακεραιότητα και η πολιτική του ανεξαρτησία, αλλά και όταν τις θεωρεί αντίθετες προς τις αρχές του Χάρτη των ΗΕ, μεταξύ των οποίων είναι και εκείνες της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.

Αξίζει να επισημάνουμε ότι όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης/ΕΕ έχουν εκχωρήσει τις αρμοδιότητες στα θέματα αλιείας στην ίδια την ΕΕ, η οποία αποφάσισε να δημιουργήσει μια ΑΟΖ για όλα τα τότε 15 κράτη – μέλη της, στη Βόρειο Θάλασσα και στον Ατλαντικό Ωκεανό. Ωστόσο, με παρέμβαση της Τουρκίας, η ΕΕ δεν τόλμησε να δημιουργήσει ΑΟΖ για τα κράτη μέλη της που συνορεύουν με τη Μεσόγειο. Αποτελεί ερωτηματικό εάν υπάρχει η πολιτική βούληση και θέληση εκ μέρους της Ελλάδας, προκειμένου να επαναφέρει το θέμα στις Βρυξέλλες. Όπως επίσης θα πρέπει να διευκρινισθεί σε ποια θαλάσσια συνοριογραμμή επιχειρεί τα τελευταία χρόνια η FRONTEX και πως το όλο θέμα σχετίζεται με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ.

Παρά το γεγονός ότι η στρατηγική συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ την οποία έχουν προωθήσει οι κυβερνήσεις της περιόδου της κρίσης, έχει προχωρήσει αρκετά, θα πρέπει άμεσα να αρχίσει η διερεύνηση των Ισραηλινών και Κυπριακών προθέσεων για το μέλλον της. Σε αρκετούς κύκλους υπάρχουν συζητήσεις για προσφορά από τη πλευρά του Ισραήλ στρατιωτικών μέσων για κάλυψη των αναγκών της εν λόγω περιοχής, γεγονός το οποίο δεν αντιμετωπίζουν αρνητικά. Το θέμα του air policing του εναέριου χώρου της Κύπρου υπάρχει, ως ανοικτή πρόκληση για την Ελλάδα και το Ισραήλ. Πρόκειται όμως για μία απόφαση με ιδιαίτερο γεωπολιτικό βάρος, η οποία θα πρέπει να διερευνηθεί σε βάθος πριν υιοθετηθεί ή απορριφθεί, αλλά τα περιθώρια διαρκώς στενεύουν.

Συμπέρασμα

Τα ανωτέρω προτεινόμενα μέτρα αποτελούν στο μεγαλύτερο μέρος τους μία εφικτή βραχυπρόθεσμη επιλογή που μπορεί να υλοποιηθεί στα πλαίσια των υφιστάμενων επιχειρησιακών δυνατοτήτων των ελληνικών ΕΔ, απαιτούν όμως πολιτική υποστήριξη και βούληση.

Σε μεσοπρόθεσμο-μακροπρόθεσμο επίπεδο επιβάλλεται η στρατηγική αναδιάταξη των ελληνικών ΕΔ, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στην υπεράσπιση του θεάτρου επιχειρήσεων στο Αιγαίο Πέλαγος, την υλοποίηση της αμυντικής και ενεργειακής συνεργασίας ΕΛΛΑΔΟΣ – ΚΥΠΡΟΥ, των αποθεμάτων των υδρογονανθράκων και κυρίως της ασφάλειας της ΑΟΖ, αλλά και του ενδεχομένου να προκύψουν νέες ανάγκες στο θαλάσσιο χώρο νοτίως της Κρήτης.

Τέλος, τονίζεται ότι η παρούσα οικονομική κατάσταση της χώρας, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποτελέσει δικαιολογία ή άλλοθι για μειωμένη προσπάθεια ή συμβιβασμούς ως προς το αναγκαίο επίπεδο της μαχητικής ισχύος των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.

Η εθνική ασφάλεια και η οικονομική ευημερία είναι συνδεδεμένες δαιδαλώδες, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Paul Kennedy, δηλαδή ότι «ο πλούτος είναι συνήθως απαραίτητος για την υποστήριξη της στρατιωτικής ισχύος και η στρατιωτική ισχύς συνήθως απαιτείται για την απόκτηση και την προστασία του πλούτου / wealth is usually needed to underpin military power, and military power is usually needed to acquire and protect wealth».

Συνεπώς, η άμυνα και η οικονομία αποτελούν τους δύο βασικούς πυλώνες στους οποίους εδράζεται η εθνική στρατηγική ασφάλειας. Η διάθεση πόρων για την άμυνα και την ασφάλεια, μπορεί να θεωρηθεί ως μία επενδυτική διαδικασία (cost benefit), όπου οι δαπάνες άμυνας αντιπροσωπεύουν το κόστος της απαιτούμενης επένδυσης, με σκοπό να παραχθεί το εκάστοτε αναγκαίο επίπεδο άμυνας και ασφάλειας, που μετράται σε στρατιωτική ισχύ.

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2021

Η Τουρκία να καταστεί υπόλογη των πολιτικών και των επιδιώξεών της

 

Είναι ντροπή να κυματίζει η τουρκική σημαία δίπλα στην ευρωπαϊκή. Δεν έχει ούτε το ηθικό ύψος, ούτε το πολιτισμικό βάρος της ενωμένης Ευρώπης.

Αναμφισβήτητα, οι πολιτισμένοι λαοί έχουν μάθει να σέβονται σύμβολα και συμβολισμούς. Ακόμη κι εκείνα των εχθρών τους! Οι τούρκοι όμως, δεν σέβονται τίποτε απολύτως και κανέναν. Ούτε καν τους φίλους τους… όσοι τους έχουν απομείνει εν πάση περιπτώσει.

Δυστυχώς, ανάμεσά μας βρίσκονται οι πιο ένθερμοι. Και είναι αυτοί που τους προσφέρουν πλεονέκτημα έναντι του ελληνισμού, κι είναι εκείνοι που τους δίνουν τον χώρο να αυθαιρετούν και να εγκληματούν εις βάρος χωρών, λαών και πολιτισμών.

Ποτέ οι τούρκοι δεν φάνηκαν ικανοί να καταφέρουν κάτι από μόνοι τους. Το είδαμε αυτό και στον νότιο Καύκασο, το βλέπουμε και το βιώνουμε στην Κύπρο, στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο. Σε λίγα χρόνια από σήμερα, θα το ζούμε έντονα στους δρόμους και τις γειτονιές του Βερολίνου, των Βρυξελλών, του Παρισιού και σε κάθε γωνιά της Ευρώπης που αλλάζει πρόσωπο και χαρακτήρα…

Να είμαστε όμως δίκαιοι. Αυτή είναι η μία πλευρά του πράγματος. Η άλλη, έχει να κάνει με εμάς τους ίδιους. Τι κάνουμε 47 χρόνια τώρα; Εξακολουθούμε να ξύνουμε τις πληγές μας για να παραμένουν ανοιχτές. Δεν μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Ακόμη και τώρα, δεν ξέρουμε τι ακριβώς θέλουμε να κάνουμε. Μέχρι σήμερα δεν έχουμε διερευνήσει ενδελεχώς τι μπορούμε να κάνουμε! Και δεν έχουμε υποστηρίξει επαρκώς τις θέσεις μας.

47 χρόνια πέρασαν! Η δική μας υπομονή έπρεπε να είχε εξαντληθεί κι όχι των τούρκων. Εμείς θα έπρεπε να θέτουμε το αντικείμενο διαπραγμάτευσης και όχι οι τούρκοι. Βέβαια, κάτι τέτοιο προϋποθέτει σοβαρότητα, υπευθυνότητα, πολιτική και στρατιωτική βούληση και συνέπεια. Εμείς, έχουμε βολευτεί με τη …συνέπεια.

Αντί να λέμε ότι εδώ ο κόσμος καίγεται και μαζί με αυτόν καίγεται το σπίτι μας, κοιτάζουμε να βρούμε τρόπους να συμβιβάσουμε τα ασυμβίβαστα. Καμία περαιτέρω υποχώρηση δεν θα ωφελήσει ούτε τον ελληνισμό, ούτε την Ευρώπη και τους λαούς της. Ούτε ψηφίσματα και ημίμετρα θα μετριάσουν την ζημιά. Η Τουρκία πρέπει να τιμωρηθεί και για την συμπεριφορά της και για τις επιδιώξεις της. Θα πρέπει επιτέλους να καταστεί υπόλογη για όλα της τα εγκλήματα έτσι, ώστε να έχει την ευκαιρία να αναθεωρήσει τις πολιτικές της και τις φιλοδοξίες της.

Κανείς μας δεν θέλει την Τουρκία λαβωμένη και ταπεινωμένη. Θέλουμε όμως να υπολογίζουμε στον γείτονά μας. Να τον εμπιστευόμαστε. Να αισθανόμαστε και να αισθάνεται ασφαλής. Με απειλές και τσαμπουκά από τη μία και ανοχή από την άλλη, τίποτε δεν σώνεται.          

Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Η λύση του κυπριακού δεν μπορεί να είναι πολιτική

 


Η λύση του Κυπριακού, αν κι εφόσον η Τουρκία εξακολουθεί στον ίδιο δρόμο, δεν μπορεί να είναι πολιτική. Και δεν μπορεί να είναι πολιτική διότι η Τουρκία επιμένει να εμπαίζει τη διεθνή κοινότητα, να δημιουργεί εστίες έντασης στον ευρύτερο γεωγραφικό μας χώρο και συνεχίζει να κρατά όμηρους ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους στις δικές της επιδιώξεις, που δεν είναι άλλες από την επιβολή του Ισλάμ, τον απόλυτο έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου και την υφαρπαγή κι εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου της Ελλάδος και της Μεγαλονήσου. Πλούτος που δεν της ανήκει.

Έχουμε υποχρέωση να προστατεύσουμε τους αιθέρες, τις θάλασσές μας, το νησί και τους κατοίκους του. Ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους. Έχουμε υποχρέωση να τους δώσουμε μία πατρίδα ενωμένη, ασφαλή και ισχυρή. Όπως πράξαμε στο παρελθόν και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις.

Μία τέτοια προοπτική δεν μπορεί να θεωρείται ουτοπική, τη στιγμή μάλιστα που τα συμφέροντα των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων – ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας – μάλλον εναρμονίζονται με τις ελληνικές και τις κυπριακές προσδοκίες.

Αν θέλουμε ασφάλεια, ηρεμία, πρόοδο κι ευημερία· αν θέλουμε να απολαύσουμε ελευθερία, δημοκρατία και πολιτισμό, οφείλουμε να πετάξουμε τους τούρκους έξω από το νησί και να τους περιορίσουμε στα όρια που οι ίδιοι επέλεξαν έναν αιώνα νωρίτερα. Και θα τελειώσουμε μαζί τους μια και καλή αφού ούτε στρατιωτικά είναι ισχυροί, ούτε πολιτικά αξιόπιστοι, ούτε πολιτισμικά συντελούν στην ανάπτυξη και την πρόοδο.

Η Κύπρος δεν είναι πρόβλημα. Η Τουρκία είναι το πρόβλημα! Κι όχι μόνον πρόβλημα του ελληνισμού, αλλά όλου του πολιτισμένου κόσμου κι ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Ο ελληνισμός θα πρέπει επιτέλους να απαλλαγεί από τα ενοχικά του σύνδρομα, να απενοχοποιήσει τις ιδέες και τα οράματά του και να πάψει να φοβάται αδύναμους γίγαντες. Οπωσδήποτε, ένα τέτοιο ενδεχόμενο, δεν σημαίνει πως θα πάμε για περίπατο. Κάθε δράση έχει και τις συνέπειές της. Το τίμημά της! Αν όμως δεν αναλάβουμε δράση τώρα, τότε, σύντομα θα κληθούμε να πολεμήσουμε τους τούρκους και τον ισλαμοφασισμό μέσα στους δρόμους και στα σπίτια μας και τότε το τίμημα θα είναι υψηλότερο. Δυσβάσταχτο!

Η Τουρκία είναι μία μεγάλη χώρα με ιστορικά και πολιτιστικά ερείσματα σε όλο τον χώρο της Κεντρικής Ασίας. Δεν το αμφισβητεί κανένας αυτό. Θα μπορούσε επομένως να είναι χρήσιμη. Εκείνο που ολοένα και περισσότερο πλέον αμφισβητείται είναι η δυναμική της και κατά πόσο μπορεί να διασφαλίσει τις ενεργειακές, οικονομικές κι εμπορικές ροές ανάμεσα σε Δύση κι Ανατολή.

Ένα δεύτερο ζήτημα προβληματισμού και διευθέτησης είναι ο ισλαμικός φονταμενταλισμός τον οποίο η Τουρκία έχει εναγκαλιστεί και στηρίζει πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά. Βασική του επιδίωξη – και της Τουρκίας – είναι η προσβολή της δυτικής πολιτισμικής παράδοσης, πράγμα που αρχίζει να διαφαίνεται όλο και πιο ξεκάθαρα μέσα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.

Ιστορικά, βρισκόμαστε σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο. Ψηφίσματα και διακηρύξεις κι ευχολόγια Οργανισμών όπως του ΟΗΕ και του ΝΑΤΟ αποτελούν πλέον παρωχημένη έκφραση νομιμότητας και, σε πολλές περιπτώσεις, μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Κανείς δεν θα πρέπει να υπολογίζει σε αυτούς. Οι τούρκοι το συνειδητοποίησαν πολύ πιο γρήγορα από εμάς.

Και η Ε.Ε. είναι περισσότερο ένας οικονομικός μηχανισμός. Για να φτάσει να γίνει στρατιωτική υπερδύναμη όπως οι Η.Π.Α. η ή Κίνα, θα περάσουν πολλές δεκαετίες και βλέπουμε. Επομένως, το βλέμμα πρέπει να είναι στραμμένο στους μεγάλους παίκτες.

Ο ελληνισμός είναι ικανός να τους πείσει ότι μπορεί να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά τους καλύτερα και πιο αποδοτικά από τους ισλαμοφασίστες; Αν η απάντηση είναι θετική, τότε, αναρωτιέμαι τι άλλο έχουμε να πούμε;

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

Ιστορίες πετρελαίου και… αιγαιοπελαγίτικοι έρωτες

FIND-1854-AGEAN Greek oil exploration licenses and economic zone agreements in eastern Mediterranean

“… Oil exploration rights constitute a highly dangerous point of friction between Greece and Turkey. In recent months, Turkey has further launched threats against the Republic of Cyprus, which unlike a hesitant, divided Greece, has  initiated oil exploration cooperation schemes in the waters of the eastern Mediterranean involving some of the biggest oil companies in the world…” διαβάστε περισσότερα:…

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2008

Άνεμος αλλαγών στο ΥΠΕΞ ... (για να μαθαίνει και το ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών)

ΠΟΛΙΤΗΣ ONLINE
Την ευρύτερη ανασυγκρότηση του Υπουργείου Εξωτερικών μελετά εντατικά αυτή την περίοδο ο Μάρκος Κυπριανού και οι στενοί συνεργάτες του.

Στόχος είναι να αλλάξει η δομή και ο τρόπος λειτουργίας του Υπουργείου, ώστε να καταστεί δυνατή η εφαρμογή μιας πιο σύγχρονης αντίληψης για την άσκηση της διπλωματίας, αλλά και η υλοποίηση των στόχων που έχει ορίσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής του. Το έναυσμα για την προσπάθεια αυτή το έδωσε η αλλαγή φρουράς και η μετακίνηση σε πόστα του εξωτερικού παλαιών και έμπειρων πρέσβεων, οι οποίο καθόρισαν με την προσωπικότητα και τις απόψεις τους τον τρόπο που λειτουργούσε το Υπουργείο. Το γεγονός αυτό δίνει τώρα την ευκαιρία στον κ. Κυπριανού να προωθήσει σε θέσεις κλειδιά νεότερους διπλωμάτες, επιτρέποντάς τους να δοκιμαστούν και να συμβάλουν, εφόσον έχουν τη δυνατότητα, στην ανανέωση του Υπουργείου.

Νέα κουλτούρα
Οι αλλαγές, πάντως, δεν περιορίζονται στα πρόσωπα. Βασική πρόθεση της νέας ηγεσίας του ΥΠΕΞ, όπως την ανέλυσε ο Μάρκος Κυπριανού κατά την ετήσια σύσκεψη των πρέσβεων την περασμένη εβδομάδα, είναι η προώθηση κουλτούρας αξιοκρατίας και διαφάνειας. Επιδιώκεται επίσης να γίνει αποδεκτό το αξίωμα ότι όλες οι πρεσβείες έχουν βαρύνουσα σημασία, για μια χώρα όπως η Κυπριακή Δημοκρατία, που παραμένει υπό συνθήκες ημικατοχή
ς.

Πέμπτη 3 Απριλίου 2008

Ανοίγει η οδός Λήδρας

Ανοίγει την Πέμπτη (σήμερα) στις 9 το πρωί η οδός Λήδρας. Την είδηση επιβεβαίωσε μετά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, υπό την προεδρία του Προέδρου Δημήτρη Χριστόφια, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Στέφανος Στεφάνου. Πρόσθεσε ότι για το σκοπό αυτόν, ο Επίτροπος Προεδρίας Γιώργος Ιακώβου θα συναντηθεί με το σύμβουλο του Τουρκοκύπριου ηγέτη, Οζντίλ Ναμί σήμερα για να διευθετηθούν οι τελευταίες λεπτομέρειες αναφορικά με τη διάνοιξη της οδού Λήδρας. Ο Εκπρόσωπος είπε επίσης ότι θα πραγματοποιηθεί τελετή διάνοιξης της Λήδρας, στην οποία παρόντες θα είναι η Δήμαρχος Λευκωσίας Ελένη Μαύρου, ο εκπρόσωπος της κατεχόμενης πόλης της Λευκωσίας, Τζελάλ Μπουλουτογλουλαρί, οι κύριοι Ιακώβου και Ναμί, και μέλη του διπλωματικού σώματος.

Οι τρεις προϋποθέσεις που είχε θέσει η κυβέρνηση για τη διάνοιξη της οδού Λήδρας είναι η μη παρουσία στρατού στο συγκεκριμένο σημείο, να λειτουργεί σε 24ωρη βάση το οδόφραγμα και τα Ηνωμένα Έθνη να έχουν πλήρη έλεγχο της νεκρής ζώνης.

Ηδη, ο Οργανισμός Ανάπτυξης του ΟΗΕ ολοκλήρωσε με κονδύλια της ΕΕ τον έλεγχο ασφαλείας της περιοχής της προτεινόμενης διάβασης της οδού Λήδρας στη Λευκωσία.

Η οδός Λήδρας ανοίγει ξανά μετά από 44 χρόνια! Το άνοιγμα του οδοφράγματος, στην πιο γνωστή οδό του ιστορικού κέντρου της πρωτεύουσας, θα επιτρέψει την ελεύθερη διέλευση των πολιτών από και προς το κατεχόμενο τμήμα της Λευκωσίας με την επίδειξη ταυτότητας ή διαβατηρίου.

Παρά τους κρυφούς πόθους της Άγκυρας, οι εξελίξεις φαίνεται να προσπερνούν το λεγόμενο «βαθύ κράτος» και το στρατιωτικό κατεστημένο της χώρας και από μόνο του, το γεγονός, υπογραμμίζει την ανάγκη των δύο κοινοτήτων για ειρηνική και δημιουργική συμβίωση που χρήζει κάθε δυνατής στήριξης, απ’ όπου κι αν αυτή μπορεί να προσφερθεί ούτως, ώστε ν’ αποφασιστεί και να εφαρμοστεί μια βιώσιμη λύση του Κυπριακού προβλήματος, μέσα στα πλαίσια του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Εξάλλου, αποτελεί ένα πρώτο μικρό βήμα προσέγγισης και συνεννόησης των δύο κοινοτήτων, έπειτα από μακρύ διάστημα απραξίας και σιωπής… και δίνει στον Τούρκο Πρωθυπουργό την κατάλληλη δικαιολογία για να δηλώσει – για πρώτη φορά, έπειτα από μεγάλο χρονικό διάστημα – πως στόχος της Τουρκίας είναι η πλήρης ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση…