Τα χρόνια που ακολούθησαν την
κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης - και
όχι την ήττα, όπως θέλουν να
αναφέρονται σε αυτήν οι θιασώτες της λεγόμενης μετά-δημοκρατίας… της θεσμικής
αιρεσιμότητας και της οικονομικής - πολιτικής ασυδοσίας δηλαδή, βρήκε το «δυτικό στρατόπεδο» σε κατάσταση
σύγχυσης· με τους ηγέτες και τους αξιωματούχους Ευρώπης κι Ηνωμένων Πολιτειών
να προβληματίζονται ως προς τον τρόπο διαχείρισης των διεθνών τους σχέσεων και
πιο συγκεκριμένα, για ζητήματα όπως η ειρήνη, η ασφάλεια, τα ανθρώπινα
δικαιώματα, αλλά και η πολιτική διακυβέρνηση και η οικονομία.
Ιστορικό πλαίσιο
Ο κόσμος μας άλλαζε με ραγδαίους
ρυθμούς και σε ό,τι αφορά στο τελευταίο, στην οικονομία, τα πράγματα έμοιαζαν
να είναι πιο εύκολα. Όλοι γνώριζαν και όλοι γνωρίζαμε ποιον δρόμο θα έπρεπε να
βαδίσουμε, μέχρι την οικονομική κρίση που ξέσπασε στην Ασία, στα τέλη της
δεκαετίας του ’90, προκαλώντας ένα
ισχυρό αν και περιορισμένης έκτασης σοκ, εξαιτίας πολιτικών επιλογών και
γεγονότων που δεν είναι αντικείμενο του παρόντος άρθρου.
Ωστόσο και για ό,τι μας αφορά, η
ειρήνη, η ασφάλεια, τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι όροι και οι προϋποθέσεις που θα
έπρεπε να διέπουν την πολιτική διακυβέρνηση στον ευρωπαϊκό χώρο καθώς, και το
εύρος της δύναμης των χωρών της Ευρώπης ήταν ζητούμενα κι αντιστρόφως ανάλογα
της αντίληψης που ήθελε τις Η.Π.Α. να ηγεμονεύουν κι επί των εταίρων και
συμμάχων τους.
Αναφερόμαστε σε μία εποχή -
δεκαετία του ‘90 - όταν στην Ευρώπη εργαζόμασταν εντατικά πάνω στο θέμα της
ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (Συνθήκη Μάαστριχτ (1992) /
Κριτήρια Κοπεγχάγης (1993) &
Άμστερνταμ (1997) και σχεδιάζαμε μία νέα
αρχιτεκτονική στην κοινή μας ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας,
παράπλευρα από τις δομές και τους μηχανισμούς του Ν.Α.Τ.Ο. ούτως, ώστε η Ε.Ε.
να μπορεί να έχει και να απολαμβάνει αμυντικής αυτονομίας.
Πιθανόν, σε αυτόν τον σχεδιασμό
να μας οδήγησε η διάσταση απόψεων ευρωπαίων-αμερικανών που αρχίζει να
παρατηρείται στους κόλπους της Συμμαχίας και η γενικότερη ευρωπαϊκή αντίληψη
που επεδίωκε τον μετ’ επιτάσεως μετασχηματισμό του Ν.Α.Τ.Ο. για να εξακολουθεί
να έχει λόγο ύπαρξης, αντιμετωπίζοντας παράλληλα την Δ.Ε.Ε. ως έναν
μάλλον παρωχημένο θεσμό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έμοιαζε να είναι ικανή και αρκετή
από μόνη της για να απαντά στις προκλήσεις εντός της και στην περιφέρειά της,
και να επιτυγχάνει ισορροπίες με πολιτικούς, οικονομικούς ακόμη ακόμη και
πολιτισμικούς όρους!
Οι αμερικανοί - ξεκάθαρα - δεν
μπορούσαν να εννοήσουν την αυτονομία που επεδίωκαν οι ευρωπαίοι εταίροι τους,
ούτε καν τον κοινωνικό-πολιτισμικό πλουραλισμό τους κι αρχίζουν να τους αντιμετωπίζουν
ανταγωνιστικά ενώ, το ευρωπαϊκό αφήγημα στη βάση του, αμφισβητούσε την ηγεμονία
των αμερικανών και προσέβλεπε σε μία εταιρική σχέση μαζί τους ειλικρινή και
ισότιμη. Γι’ αυτό άλλωστε και το Ν.Α.Τ.Ο. χρησιμοποιήθηκε ως προθάλαμος για
κάποιες από τις υπό ένταξη χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν (σ.σ. και κατά την άποψή μου εξακολουθούν να
μην είναι) ώριμες πολιτικά για μία τέτοια σχέση και τότε ενεργοποιήθηκε ο
αγγλοαμερικανικός άξονας (και οι γερμανοί
εν συνεχεία για δικούς τους λόγους) στην καλλιέργεια
της ιδέας περί επαναπροσδιορισμού και μεταβολής του χαρακτήρα της Συμμαχίας,
προσδίδοντάς της πολιτικό πρόσημο το οποίο όμως, δεν έπειθε κανέναν ή
τουλάχιστον δεν τους έπειθε όλους… Η συνέχεια είναι γνωστή.
Βρέθηκαν οι χρήσιμοι εχθροί και
οι απαραίτητες απειλές ούτως, ώστε συμβιβαστούν οι ευρωπαϊκές χώρες και λαοί με
τις παρεμβάσεις και την καθοδήγηση του αμερικανικού παράγοντα, δήθεν στην
εξυπηρέτηση και των δικών τους γεωπολιτικών συμφερόντων. Με χρονολογική σειρά: Κρίση
των Ιμίων, Γιουγκοσλαβία, Σαντάμ Χουσεΐν και Ιράκ, Αφγανιστάν, Αραβική Άνοιξη,
ισλαμικός φονταμενταλισμός και τρομοκρατία κ.ο.κ. Κι όμως, όλα αυτά - φαίνεται
- δεν ήταν αρκετά!
Στις πεδιάδες της Ουκρανίας η αναβίωση του ψυχρού πολέμου
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα
μπορούσαν ποτέ να έρθουν σε ανοικτή αντιπαράθεση με τους παραδοσιακούς εταίρους
τους σε οποιοδήποτε πεδίο. Ως εκ τούτου, ήταν υποχρεωμένες να βρουν ή να
δημιουργήσουν ζητήματα γεωπολιτικής ανωμαλίας, που θα τους επέτρεπαν να
παρεμβαίνουν αποφασιστικά στα ευρωπαϊκά πράγματα και να ορίζουν - στο βαθμό που
θα μπορούσαν να ορίζουν, τα ευρωπαϊκά συμφέροντα συνολικά ή ανά χώρα. Μέσα από
αυτό το πρίσμα θα πρέπει να μελετούμε τώρα και στο μέλλον και την κατάσταση που
έχει δημιουργηθεί στα Βαλκάνια και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το φλέγον
ζήτημα της ενεργειακής μας επάρκειας.
Οι αμερικανοί ουδέποτε έπαψαν να
ομιλούν περί ψυχρού πολέμου. Η δε Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε λόγους να αναμιχθεί
πολιτικά και στρατιωτικά στην αντιπαράθεση Ουκρανίας - Ρωσίας. Η
πολιτική κρίση που ξέσπασε στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2014 και η
σύγκρουση με την Ρωσία, προφανώς και οριστικοποίησε τις ιδέες και διαμόρφωσε το
περιβάλλον μέσα από το οποίο οι Η.Π.Α. θα εξακολουθούσαν να έχουν λόγο στα
ευρωπαϊκά τεκταινόμενα. Ωστόσο, αξίζει να επισημανθεί ότι η διακυβέρνηση Ομπάμα
τότε, δεν μπορούσε να πείσει καν τους ψηφοφόρους της για την «αναγκαιότητα»
παρέμβασης στην Ουκρανία.
Αν ανατρέξουμε στα δημοσιεύματα
της εποχής εκείνης και μελετήσουμε τις δηλώσεις και τις απόψεις που εξέφραζαν
οι αμερικανοί, ακόμη και την φρασεολογία που χρησιμοποιούσαν, με την ασφάλεια
της ιστορικής απόστασης να μας χωρίζει από τότε, μπορούμε κάλλιστα να
συμπεράνουμε πως ό,τι συμβαίνει σήμερα είχε μάλλον σχεδιαστεί προ πολλού. Το μόνο
που χρειαζόταν ήταν η στοχοποίηση του εχθρού (πρόεδρος Πούτιν), η προετοιμασία του θύματος (ο ουκρανικός λαός και ο ρωσικός λαός) και ένας χρήσιμος ηλίθιος (πρόεδρος Ζελένσκι) ο οποίος,
παρεμπιπτόντως, παίζει τον καλύτερο ρόλο της ζωής του και δεν θα είναι δυστυχώς
ποτέ υποψήφιος για το χρυσό αγαλματίδιο!
Αίσθησή μου είναι ότι η εισβολή
στην Ουκρανία σήμερα, εκβιάστηκε από τις Η.Π.Α. μην επιτρέποντας στην ρωσική
ηγεσία άλλη επιλογή - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η δεύτερη είναι άμοιρη ευθυνών.
Έτσι όμως, μπορεί να εξηγηθεί η εικόνα που παρουσιάζει η κραταιά Ρωσία με α) τις
καθυστερήσεις, τις αποτυχίες στο πεδίο και τις μεγάλες απώλειες σε στρατιωτικό
προσωπικό – σύμφωνα πάντα με τους κάθε είδους ειδικούς και … γνώστες που μας
διαφωτίζουν καθημερινά από τους τηλεοπτικούς μας δέκτες, β) η αλαζονική σχεδόν
προκλητική στάση που επιδεικνύει η ουκρανική ηγεσία καθώς, και γ) η έκδηλη υποκρισία
από πλευράς Ευρωπαϊκών Θεσμών.
Ο οικονομικός πόλεμος θα συνεχιστεί
Οι οικονομικές κυρώσεις που συνεπώς
επιβάλλονται στη Ρωσία, δεν έχουν στόχο τη Ρωσία μόνο. Έχουν στόχο και την ίδια
την Ευρωπαϊκή Ένωση! Έχουν στόχο την αποδυνάμωσή της, την φτωχοποίηση των
ευρωπαίων και την απόλυτη εξάρτησή τους από τον αμερικανικό παράγοντα. Τούτο
μοιάζει επιτακτικό αν αναλογιστεί κανείς την δυναμική που αναπτύσσουν κι άλλοι
παγκόσμιοι παίκτες, οι οποίοι μάλιστα έχουν να προτείνουν διαφορετικές
προσεγγίσεις για οικονομία και διακυβέρνηση.
Από την κατάρρευση της Σοβιετική
Ένωσης μέχρι και σήμερα, ο μεγαλύτερος φόβος των αμερικανών ήταν και είναι το
ενδεχόμενο συρρίκνωσης της επιρροής τους.
Φεύγοντας για λίγο μακρυά από την
Ευρώπη, στην Αφρική που παραδοσιακά αποτελεί «πεδίο δοκιμών» και πειραματισμών,
η Ρωσία διατηρεί στρατιωτική παρουσία, η Κίνα εμπορική και η Γαλλία και οι
Η.Π.Α πολιτισμική και πολιτική αντίστοιχα. Η παρουσία τους εκεί δεν είναι μόνον
ανταγωνιστική αλλά έχει και «επενδυτικό»
κόστος κι ως τέτοιο αναμένεται να παράξει πλούτο. Να πως εξηγείται και το όψιμο
ενδιαφέρον της Τουρκίας η οποία, στερούμενη πολιτισμού, οικονομικών μέσων και ικανής
στρατιωτικής δύναμης, προσπαθεί να πατήσει πόδι με την θρησκεία και την
τρομοκρατία ως επί το πλείστον αλλά, και με κάθε άλλο τρόπο μπορεί. Στο μέλλον,
η αφρικανική ήπειρος θα μας απασχολήσει αρκετά. Όχι όμως τώρα.
Οπωσδήποτε, το άρθρο αυτό περιγράφει μια συγκεκριμένη πολιτική αντίληψη.
Δεν είναι η μόνη. Ωστόσο, μέσα σε αυτόν τον λαβύρινθο χρήματος, αίματος κι εξουσίας
το ερώτημα περί του δικού μας ρόλου παραμένει επίκαιρο. Ποιός ο δικός μας
ρόλος; Πολύ φοβάμαι κανένας απολύτως. Όσο έχουμε πολιτική ηγεσία και δεν
αναφέρομαι στην κυβέρνηση της ΝΔ αλλά σε όλα τα κόμματα, που διαχειρίζονται τα
συμφέροντα της χώρας μας ως τσιφλικάδες της μετα-οθωμανικής περιόδου, η πατρίδα
μας δεν θα μπορέσει να αποκτήσει ποτέ κανένα ειδικό βάρος, ούτε καν με το πλέον
«εξαγώγιμο» προϊόν μας τον πολιτισμό. Πόσο μάλλον, με το εμπόριο, την οικονομία,
την παιδεία ή ό,τι άλλο. Θα μπορούσαμε να κάνουμε πολλά πράγματα. Δεν
διακρίναμε την ευκαιρία. Επιλέξαμε τον αυτοευνουχισμό ως την πλέον πολιτικά ορθή
στάση, με «πρωτοβουλίες» που δεν μας τιμούν.