γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς
γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς
Μετά την κατάπτυστη περίοδο διακυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (την οποία, παρεμπιπτόντως, οι νεότεροι δεν έζησαν και δεν γνωρίζουν, ενώ οι παλαιότεροι μάλλον έχουν ξεχάσει), τις ψευδαισθήσεις της εποχής Σημίτη, τις απογοητεύσεις της εποχής Καραμανλή, τις αποτυχίες των Παπανδρέου, Σαμαρά και λοιπών εγκάθετων και διεκπεραιωτών που οδήγησαν την Ελλάδα στη χρεοκοπία – όχι μόνον οικονομική, και σήμερα, την εποχή της εξαπάτησης Μητσοτάκη, πιστεύει στ’ αλήθεια κανείς ότι αυτό που έχουμε ανάγκη είναι ένα νέο κόμμα; Εγώ δεν το πιστεύω. Εκείνο που έχουμε ανάγκη είναι ένα νέο πολιτικό σύστημα. Ένα σύστημα διακυβέρνησης που θα αποκλείει πρόσωπα και νοοτροπίες οι οποίες, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, έχουν ζημιώσει τη χώρα και τους πολίτες της. Αυτή είναι η πρώτη και βασική επισήμανση και δεν λέω (γράφω) κάτι καινούριο.
Εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες βρισκόμαστε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Δεν διαθέτουμε τον πληθυσμό για να διασφαλίσουμε τα όρια του χώρου μας, μάς έχει αφαιρεθεί η οικονομική δυνατότητα να ζούμε αξιοπρεπώς, υπάρχουμε μέσα σε ένα κράτος εχθρικό προς εμάς, δίχως όραμα και δίχως προοπτική. Όσοι είναι βολεμένοι από το σύστημα κάθονται ήσυχα στη γωνιά τους. Όσοι υποφέρουν, σωπαίνουν από φόβο για τις ενδεχόμενες συνέπειες. Και όσοι αντιδρούν, είναι αλλού γι’ αλλού. Η χαρά του Τούρκου δηλαδή.
Κι αφού περί χαράς ο λόγος, απολαμβάνω κι εγώ από τον τηλεοπτικό μου δέκτη τους πανηγυρισμούς και τους εορτασμούς κάθε «επιτυχίας» ή τα συχνά πυκνά gala που μας υπενθυμίζουν τον «πολιτισμό» μας και τη θέση μας στη «Δύση». Όμως, στο τέλος της ημέρας, το αποτέλεσμα για τους πολλούς είναι μηδενικό.
Κάποτε - έτσι λέγεται και γράφεται, πρόσωπα και πολιτικοί σχηματισμοί λειτουργούσαν ως εγγυητές των θεσμών. Και για όσους αισθάνονται ένα ελαφρύ μειδίαμα στα χείλη, ναι, οι θεσμοί είναι αναγκαίοι για την οργάνωσή μας, τη λειτουργία μας, την ύπαρξή μας ως σύνολο. Ωστόσο, σήμερα κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί τίποτα για κανέναν. Οι ίδιοι οι θεσμοί έχουν υποκύψει στην ανικανότητα, την ιδιοτέλεια και την απαξίωση. Το δίκαιο κάπου έχει χαθεί στο νόμιμο, η νομιμοποίηση επιδιώκεται μέσα από πληρωμένες δημοσκοπήσεις ή εκδόσεις βιβλίων και η διαχείριση της εικόνας νοείται ως διαχείριση της πραγματικότητας!
Κι όσο αυτό το σάπιο οικοδόμημα παραμένει όρθιο, καμία νέα αρχή δεν μπορεί να σταθεί πάνω του. Οι τρεις εξουσίες έχουν χάσει το ηθικό τους θεμέλιο.
Το «σάπιο» δεν είναι συμβολισμός· είναι η πραγματικότητα!
Το ζητούμενο δεν είναι να αλλάξουμε διαχειριστές, αλλά θεμέλια. Ένα νέο πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να γεννηθεί μέσα από τους ίδιους μηχανισμούς που γέννησαν τη διαφθορά, τη φαυλότητα και τη μετριότητα. Χρειάζεται ένα πλαίσιο που θα στηρίζεται σε πραγματικούς θεσμούς ελέγχου, σε διαφάνεια, σε αξιολόγηση χωρίς εξαιρέσεις και σε λογοδοσία χωρίς αστερίσκους.
Δεν είναι αρκετό να αλλάξουν τα πρόσωπα· πρέπει να αλλάξει η ίδια η λογική της εξουσίας. Κάθε εξουσίας. Η πολιτική πρέπει να ξαναγίνει υπηρεσία. Ο δημόσιος βίος πρέπει να πάψει να είναι χώρος συναλλαγών και να γίνει χώρος ευθύνης. Και το κράτος πρέπει να πάψει να λειτουργεί ως φέουδο των εκάστοτε «ημετέρων» και να γίνει εργαλείο του πολίτη. Όχι δυνάστης του.
Όπως πιθανόν αντιλαμβάνεστε, αυτό το νέο δεν μπορεί να προκύψει με διατάγματα ή με συνθήματα. Ούτε με βιβλία ή συνεντεύξεις. Θα προκύψει όταν εμείς, ως κοινωνία, αποφασίσουμε να το απαιτήσουμε. Όταν επιτέλους πάψουμε να περιμένουμε σωτήρες κι από μηχανής θεούς. Όταν συνειδητοποιήσουμε ότι η ψήφος είναι πράξη συνείδησης. Όταν η αλήθεια αποκτήσει ξανά αξία μεγαλύτερη από την επικοινωνία.
Διαφορετικά, κάθε νέο κόμμα, όσο «καινοτόμο» κι αν φαίνεται, θα καταλήγει να υπηρετεί το ίδιο (διε)φθαρμένο σύστημα. Ή πώς το λέμε αλλιώς…; μια τρύπα στο νερό.
P.S.: Όταν ακούω έλληνες πολιτικούς να διατείνονται ότι δρουν με γνώμονα το καλό της πατρίδας δεν οργίζομαι. Γελάω! Είναι τόσο γελοίος αυτός ο ισχυρισμός όσο κωμική μπορεί να είναι μία επιθεώρηση του Σεφερλή στο Δελφινάριο.
Η Φινλανδή Υπουργός Εξωτερικών Ελίνα Βαλτόνεν δήλωσε στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Χακάν Φιντάν: “… Η μόνη δύναμη που σεβόταν η Ρωσική Αυτοκρατορία ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία.” Γιατί άραγε οι βορειοευρωπαίοι δείχνουν να μην κατανοούν την απειλή της Τουρκίας απέναντι στα ευρωπαϊκά ιδεώδη, τις αξίες και τις αρχές που συνθέτουν ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα;
Η απάντηση δεν είναι και τόσο απλή καθώς, οι ρίζες του προβλήματος εντοπίζονται στην δυτικοευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα και ηθική και στη γεωπολιτική ψυχολογία των βόρειων λαών. Οι βορειοευρωπαίοι, ιδίως οι Φινλανδοί, οι Σουηδοί και οι Βαλτικές χώρες, αντιλαμβάνονται την απειλή με βάση την δικής τους ιστορική εμπειρία. Για αυτούς, η Ρωσία υπήρξε η διαρκής υπαρξιακή απειλή. Κατά συνέπεια, όταν η Φινλανδή αξιωματούχος αναφέρεται στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, το κάνει περισσότερο για να τονίσει την ανάγκη ισχύος έναντι της Ρωσίας η οποία φοβάται μόνον όσους και ό,τι επιδεικνύει δύναμη.
Το πρόβλημα είναι πως αυτή η οπτική βλέπει τον κόσμο μέσα από έναν καθαρά ρωσοκεντρικό φακό. Η Τουρκία, στα μάτια των βορειοευρωπαίων, δεν είναι υπαρξιακή απειλή· είναι περισσότερο ένας απρόβλεπτος εταίρος με ιδιομορφίες μεν αλλά με γεωστρατηγική χρησιμότητα δε. Οι χώρες αυτές και οιλαοί τους δεν έχουν ζήσει την τουρκική επιθετικότητα, ούτε έχουν το ιστορικό τραύμα που φέρουν η Ελλάδα και η Κύπρος. Επομένως, τους είναι δύσκολο να δουν την Τουρκία ως απειλή παρά τα όποια δείγματα!
Οι βορειοευρωπαίοι και οι δυτικοευρωπαίοι αντιμετωπίζουν την Τουρκία ως πρόβλημα διαχείρισης ενώ ο Νότος ως ζήτημα ασφάλειας. Το προβληματικό στοιχείο της όλης υπόθεσης είναι ότι αυτή η ασυμμετρία κατανόησης υπονομεύει την ίδια την ευρωπαϊκή συνοχή. Και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και στο πεδίο της άμυνας και της ασφάλειας.
Η γεωπολιτική μας ασφάλεια και συνέχεια δεν μπορεί να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης δύο διαφορετικών αντιλήψεων και εμπειριών. Αν δεν μπορούν να το εμπεδώσουν οι εταίροι μας σημαίνει ότι εμείς κάνουμε κάτι λάθος. Η γεωπολιτική κατανόηση δεν γεννιέται από κοινού. Αν η δική μας αφήγηση δεν γίνεται κατανοητή, ίσως φταίει που την εκφράζουμε με όρους εσωτερικής συνείδησης και όχι με όρους που μπορούν να υποδεικνύουν το συλλογικό στρατηγικό συμφέρον...