Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2021

Λίγο πριν την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών

Χωρίς καμία αμφιβολία, το βλέμμα όλων των Ευρωπαίων είναι στραμμένο στην Ελλάδα και την Τουρκία με την ευκαιρία της επανέναρξης των διερευνητικών επαφών αύριο στην Κωνσταντινούπολη. Σε προηγούμενο άρθρο μου, αναφέρθηκα σε αυτές και η συμμετοχή μας, αν μη τι άλλο, δείχνει την πρόθεσή μας και την καλή πίστη με την οποία θα προσέλθουμε σε αυτή τη διαδικασία.

Στην πραγματικότητα, γνωρίζουμε εκ προοιμίου και τον τρόπο με τον οποίο θα συμπεριφερθεί η τουρκική αντιπροσωπεία και τις επιδιώξεις του ισλαμοφασιστικού καθεστώτος της χώρας της. Ας μην έχουμε καμία αμφιβολία. Ακόμη κι αν οι λεγόμενοι κεμαλιστές βρίσκονταν εκείνοι στην εξουσία δεν θα διακρίναμε κάποια ποιοτική διαφορά. Η Τουρκία, παραμένει συνεπής στον δρόμο που χάραξε από την εποχή που “ένιωσε” … υπερδύναμη (sic). Έναν δρόμο αυθαιρεσίας, επιβολής και κυριαρχίας, μην αναγνωρίζοντας σε καμία χώρα και σε κανέναν λαό της περιοχής μας δικαιώματα.

Αντικρίζοντας τα πράγματα από αυτή τη σκοπιά, έχει δίκιο ο πρώην Πρωθυπουργός Α. Σαμαράς όταν σημειώνει απόλυτα και ξεκάθαρα πως “δεν υπάρχει αντικείμενο διαλόγου με κράτη «πειρατές»”. Κι έχει επίσης δίκιο όταν επισημαίνει πως οι διερευνητικές επαφές ακυρώνουν στην πράξη ενδεχόμενες κυρώσεις. Όμως, κατά την άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής οφείλουμε να βλέπουμε την γενικότερη εικόνα τόσο από κοντινή όσο κι από μακρινή απόσταση. Σε κάθε περίπτωση, το αυτονόητο, την διάθεση επικοινωνίας και συνεννόησης δηλαδή, η Ελλάδα το ικανοποιεί στο ακέραιο. Και τούτο θα πρέπει να το γνωρίζει κάθε ενδιαφερόμενος!

Από εκεί και ύστερα, η ερμηνεία της στάσης που κρατά η Ε.Ε. ως σύνολο και ορισμένα κράτη-μέλη πιο συγκεκριμένα, πρέπει να γίνει με την παράλληλη εξέταση της ιστορικής κληρονομιάς και παράδοσης αυτών των χωρών που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο διαμόρφωσαν την πολιτική σκέψη και νοοτροπία στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Κι αναφέρομαι συγκεκριμένα στη Γερμανία, αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Γιατί; Διότι η “λογική” με την οποία αντιλαμβάνονται κι αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις παραμένει – πλην ελαχίστων εξαιρέσεων – αναλλοίωτη εδώ και 200 περίπου χρόνια! Ας γυρίσουμε για λίγο πίσω στον χρόνο για να θυμηθούμε πως οι Μεγάλες Δυνάμεις σκέφτηκαν, αποφάσισαν, συμφώνησαν και λειτούργησαν από το Συνέδριο της Βιέννης κι έπειτα.

Οι νικητές των ναπολεόντειων πολέμων, συγκεντρώθηκαν στη Βιέννη το 1814 για να σχεδιάσουν την νέα Ευρώπη. Στην ουσία, τότε, αποφασίστηκε μία νέα τάξη πραγμάτων με βάση την ισορροπία των τότε δυνάμεων κατά την προτεσταντική κυρίως ηθική περί ισχύος και δικαίου.

Πάντοτε, η όποια ισορροπία περιορίζει την πιθανότητα βίας και ο τρόπος που Ε.Ε. αντιμετωπίζει την Τουρκία και την εγκληματική της συμπεριφορά, επιβεβαιώνει επακριβώς αυτόν τον κανόνα. Όλα τα υπόλοιπα είναι Ιστορία – δεν θέλω να σας κουράσω με περισσότερες λεπτομέρειες - αλλά, ας έχουμε υπόψη μας το εξής: Η νικημένη Γαλλία, η οποία αιματοκύλησε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο, υποχρεώθηκε στην απώλεια των εδαφικών της κατακτήσεων αλλά την ίδια στιγμή, έτυχε κι ευνοϊκής μεταχείρισης εξαιτίας μίας μικρής λεπτομέρειας.

Οι νικητές ενός πολέμου έχουν υποχρέωση να διαχειριστούν την νίκη τους όντας οι ίδιοι ταλαιπωρημένοι υλικά και ψυχικά κι εξουθενωμένοι οικονομικά από τον αγώνα που προηγήθηκε. Παράλληλα, οφείλουν να διαχειριστούν και την ήττα του χαμένου ο οποίος, αν νιώθει ταπεινωμένος, θα έχει πάντα στον μυαλό του την υπονόμευση της όποιας επιτευχθείσας συνθήκης. Η γενναιοδωρία διασφαλίζει την ασφάλεια. Αυτής ακριβώς της γενναιοδωρίας ωφελήθηκε η Γερμανία με τη λήξη του Β’ Π.Π. και είναι αυτή που είναι σήμερα. Δεν συνέβη όμως το ίδιο κατά τον Α’ Π.Π. με αποτέλεσμα να έχουμε την άνοδο του φασισμού και του ναζισμού με την καταστροφή που επέφεραν για ολόκληρο τον κόσμο και όχι μόνον για τους λαούς της Ευρώπης.

Σε κάθε είδους ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων ή δυνάμεων ανάμεσα στη Δύση και την Τουρκία (με ό,τι αυτή εκπροσωπεί) η τελευταία θα είναι πάντοτε χαμένη και η χώρα μας θα είναι πάντα από την πλευρά των νικητών.

Όμως, κανείς δεν θέλει μία ταπεινωμένη Τουρκία διότι γνωρίζουμε πως σε μια τέτοια περίπτωση, θα υπονομεύει διαρκώς την ευημερία και την ασφάλεια στην περιοχή μας. Άρα, η οποιαδήποτε νομική διευθέτηση των διαφορών μας, πολύ φοβάμαι στα όρια της νομιμότητας, θα ικανοποιεί κατ’ ελάχιστον την χαμένη Τουρκία, δεν θα ικανοποιεί όμως το δίκαιο αυτό καθ’ αυτό και δεν θα ικανοποιεί την Ελλάδα και τον ελληνισμό! Η συζήτηση περί Χάγης, δεν έπρεπε καν να είναι στην σκέψη μας και στις προθέσεις μας!

Παρ’ όλα αυτά, την επ’ αύριο της όποιας «ισορροπημένης διευθέτησης», η χώρα μας θα είναι σε θέση να την διαχειριστεί ως «νικήτρια»; Η ΕΕ θα είναι ικανοποιημένη;

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2021

Ο "πολιτισμός" του Αλί Ερμπάς


Ενοχλήθηκε ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας από τις πρόσφατες δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου Αθηνών & Πάσης Ελλάδος αναφορικά με το Ισλάμ, όπως αυτές ακούστηκαν σε τηλεοπτική του συνέντευξη με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 200 ετών από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης – η οποία, παρεμπιπτόντως, οδήγησε όχι μόνον στην εθνική ανεξαρτησία των Ελλήνων αλλά εξέφρασε, όπως αποτυπώθηκε και στις αρχικές πράξεις πολιτειακής ρύθμισης του νεοσύστατου, τότε, Ελληνικούς Κράτους, ό,τι πιο προοδευτικό και δίκαιο με βάση τις αρχές του ανθρωπισμού και τα αγαθά της ελευθερίας, της ισονομίας και της αλληλεγγύης… αρχές και αγαθά που δεν είχαν κανένα απολύτως νόημα για τους Οθωμανούς τούρκους.     

Θα μας επιτρέψει ο - πολλά βαρύ και όχι - Αλί Ερμπάς να κρίνουμε εμείς οι ίδιοι το τι δήλωσε και πως το δήλωσε ο Αρχιεπίσκοπος κι όχι εκείνος καθώς, ως ισλαμιστής, κι ως επικεφαλής μιας υπηρεσίας-εταιρείας που εμπορεύεται την πίστη αγαθών ανθρώπων, προσφέρει κακές υπηρεσίες και στην πατρίδα του, και στο έθνος του και στους απανταχού μουσουλμάνους!

Άραγε με ποιο δικαίωμα «αντιδρούν» και «καταδικάζουν» οι συνοδοιπόροι/εκπρόσωποι κερδοσκόπων, βιαστών, παιδεραστών, τρομοκρατών δηλώσεις που εν πάση περιπτώσει, δεν στόχευαν στο σύνολό τους τούς μωαμεθανούς, αλλά όλους εκείνους που εγκληματούν στο όνομα του Προφήτη τους και του Θεού;

Τολμά να μιλά ο Αλί Ερμπάς για μισαλλοδοξία και ρατσισμό; Να του υπενθυμίσουμε ότι εκείνος εμφανίστηκε φαρδύς πλατύς στον Ναό της Αγίας Σοφίας με το γιαταγάνι στο χέρι και κανένας παπάς ή Αρχιεπίσκοπος. Να του υπενθυμίσουμε επίσης, τα δικά του κηρύγματα περί μίσους, σύγκρουσης και βίας. Ακόμη ακόμη και η γραπτή του αυτή δήλωση, ο τρόπος που διατυπώνει τη σκέψη του και την θέση του δείχνει το ποιόν του αλλά και πως αντιλαμβάνονται οι ισλαμιστές τους μη μουσουλμάνους.

Τολμά να εκφράζει φόβους για επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων και λατρευτικών χώρων; Μα, οι μουσουλμάνοι είναι εκείνοι που δρουν εναντίον χριστιανών, εβραίων, ινδουιστών, βουδιστών και κάθε άλλου πιστού που απορρίπτει το Ισλάμ. Οι μουσουλμάνοι είναι που κλέβουν και καταστρέφουν λατρευτικούς χώρους. Αν το Ισλάμ διακήρυττε την ειρήνη, την ανοχή και τον σεβασμό, τότε δεν θα είχαμε κανένα θέμα για να συζητήσουμε!

Τολμά να μας κάνει μαθήματα περί λογικής και ειρηνικής συνύπαρξης ποιος; Ο Αλί Ερμπάς;

Μας μιλά περί «ισλαμικού πολιτισμού;» Ποιός; Ο Αλί Ερμπάς; Και ποιόν πολιτισμό χαρακτηρίζει μεγάλο; Ποιά τα μεγάλα επιτεύγματα του «ισλαμικού πολιτισμού»; Η μετατροπή ναών κι εκκλησιών σε τζαμιά, ταβέρνες ή ό,τι άλλο; Αυτό είναι πολιτισμός;

Ο βίαιος εξισλαμισμός αδύναμων κι απροστάτευτων… όπως συντελείται σήμερα σε χώρες της Αφρικής με ευθύνη της Τουρκίας και των ισλαμικών ταγμάτων, που ο Αλί Ερμπάς έχει περιγράψει ως «κέντρα γνώσης και σοφίας»… αυτός είναι ο μεγάλος ισλαμικός πολιτισμός;

Να μας κάνει τη χάρη ο κύριος Ερμπάς να κρατάει τα χείλη του κλειστά διότι, κατά το κοινώς λεγόμενο «δεν τον παίρνει». Μπορούμε να μιλήσουμε και για τα τουρκοϊσλαμικά «επιτεύγματα» στην Βαλκανική, τον Καύκασο και την Ινδία… για όπου γης. Αλλά το ζητούμενο δεν είναι το Ισλάμ ως θρησκεία και ούτε όλοι οι μουσουλμάνοι είναι εγκληματίες. Ό,τι εκφράζει όμως ο Αλί Ερμπάς κι ό,τι εκπροσωπεί είναι εγκληματικό.

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2021

Στην τελική ευθεία για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών


Ο κοντινός μου περίγυρος, γνωρίζει πως η άποψη μου για τον Νίκο Δένδια δεν ήταν η καλύτερη, εξαιτίας των πολιτικών του ως Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη επί κυβερνήσεων Καραμανλή και Σαμαρά. Οι άνθρωποι όμως αλλάζουν κι οι απόψεις μεταβάλλονται, κι ο Υπουργός των Εξωτερικών δείχνει μέχρι στιγμής, με τις κινήσεις του και την δουλειά του, πως διασφαλίζει τα εθνικά συμφέροντα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αν αναλογιστεί κανείς το περιβάλλον μέσα στο οποίο καλούμαστε να διασφαλίσουμε αυτά τα συμφέροντα. Οπωσδήποτε, η εξωτερική πολιτική της χώρας και η ανάπτυξη των διεθνών της σχέσεων δεν είναι «a one-man’s job». Εν τούτοις, η έκφρασή του και η όλη συμπεριφορά του μας αποκαλύπτουν το πνεύμα από το οποίο εμφορείται η Ελληνική Διπλωματία.

Αν μη τι άλλο και λάθη γίνονται, και σε αστοχίες καταλήγουμε πολλές φορές. Κανείς δεν είναι τέλειος. Κι ούτε μπορούμε να συμφωνούμε σε όλα. Αν όμως αναλογιστεί κανείς τα έργα και τις ημέρες όσων προηγήθηκαν και την «κληρονομιά» που μας άφησαν, νομίζω, έχουμε να κάνουμε με μία ποιοτική μεταβολή η οποία είναι και μετρήσιμη και υπολογίσιμη! 

Οι σχέσεις τις Ελλάδος με την Τουρκία και οι σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία είναι τα φλέγοντα ζητήματα. Κι ορθώς η χώρα μας ανταποκρίθηκε θετικά στο κάλεσμα των τούρκων για επανέναρξη των διερευνητικών - μένει να αποδειχθεί η ειλικρίνειά τους.

Επειδή πολλοί έχουν μία στρεβλή αντίληψη των πραγμάτων, αντικειμενικός σκοπός των διεθνών σχέσεων είναι το «ωφέλιμο φορτίο» που μπορεί να φέρεται από έναν κώδικα ή σύνολο δεδομένων - για όσους ασχολούνται με την πληροφορική και καταλαβαίνουν. Με άλλα λόγια, όταν αναπτύσσουμε την εξωτερική μας πολιτική κι όταν προσερχόμαστε σε έναν διάλογο, σκοπός μας δεν είναι ούτε να τιμωρήσουμε, ούτε να εκμεταλλευτούμε, ούτε να κολλήσουμε κανέναν στον τοίχο. Ιδανικά, σεβόμαστε τους συνομιλητές μας, λαμβάνουμε υπόψη μας τις επιδιώξεις και τις ευαισθησίες τους και προσαρμόζουμε την πολιτική μας ανάλογα (...) έτσι, ώστε στο τέλος να νιώθουμε και να είμαστε όλοι ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Η όποια προσαρμογή και η όποια ευελιξία δεν είναι αυθαίρετες. Διέπονται από όρους και προσδιορίζονται από τις διεθνείς συνθήκες και όχι από την ερμηνεία που εμείς τους δίνουμε!

Αυτή η λογική, δεν επιτρέπει καμία υποψία παραχώρησης ή εκχώρησης αντίθετα, χαλιναγωγεί την επιθετική δυναμική εκείνου που προσέρχεται στον διάλογο με αλαζονική διάθεση και υπεροπτική συμπεριφορά και τον υποχρεώνει να σεβαστεί τους κανόνες που ορίζουν την έννοια και το περιεχόμενο του διαλόγου.

Η ισλαμιστική ηγεσία της Τουρκίας, πιστή στο δόγμα περί επιβολής και κυριαρχίας, όχι μόνον δεν σέβεται την διεθνή νομολογία και το ευρωπαϊκό κεκτημένο αλλά θεωρεί πως η χώρα, η Τουρκία δηλαδή, δικαιούται επιπλέον διευκολύνσεων και παραχωρήσεων λόγω της δήθεν ισχύος της. Το τονίζω το δήθεν! Προς τούτο, μεταχειρίζεται κάθε μέσο που μπορεί να την βοηθήσει στην επίτευξη των επιδιώξεών της. Απειλές και διπλωματία. Εκβιασμούς και διαστρέβλωση. Παράλληλα, πιστεύει πως μπορεί να παραμένει στο απυρόβλητο διότι όλοι «χρειάζονται» την Τουρκία και κανείς δεν θέλει να την «χάσει».

Αυτή η «ανάγκη», τροφοδοτεί την αλαζονεία του ισλαμιστικού καθεστώτος στη γειτονική μας χώρα, καθιστώντας το αναξιόπιστο συνομιλητή - κι εταίρο - σε κάθε περίπτωση. Την ίδια στιγμή, οι λεγόμενοι κεμαλιστές δεν έχουν τίποτε το σημαντικό να αντιπροτείνουν και να επιδείξουν, κι αναλώνονται σε μία στείρα πολιτική αντιπαράθεση, στο εσωτερικό, άνευ ουσίας κι αντικειμένου. Ακόμη κι αν είχαμε μία ξαφνική μεταβολή του σχήματος διακυβέρνησης στην Τουρκία, με υποβάθμιση του ισλαμιστικού παράγοντα, τίποτε δεν θα άλλαζε προς το καλύτερο για τους λαούς και τις χώρες της περιοχής μας. Πολύ δε περισσότερο, για τον ίδιο τον τουρκικό λαό, στον οποίο ποτέ δεν επετράπη ουσιαστική πολιτική συμμετοχή.

Οι διερευνητικές επαφές σημαίνουν ό,τι ακριβώς σημαίνουν. Θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε προθέσεις και θα συνεκτιμήσουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα επιχειρήσουμε να βελτιώσουμε τις μεταξύ μας σχέσεις και για την όποια διαφορά έχουμε. Η ελληνική θέση είναι γνωστή, απόλυτη και ξεκάθαρη. Η Τουρκία όμως, βλέπει τα πράγματα μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα κι απαιτεί την ικανοποίηση ενός πλήθους αξιώσεων που δικαιολογούν την δυναμική του τουρκοϊσλαμιστικού ιδεολογήματος και συστήματος εξουσίας όχι μόνον για την Τουρκία αλλά και σε σχέση με τον υπόλοιπο μουσουλμανικό κόσμο.

Δυστυχώς όμως για τους τούρκους ισλαμιστές, η νεκρανάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είναι μάλλον απίθανη διότι κανείς δεν την θέλει, κανείς δεν την χρειάζεται και κανείς δεν έχει τη διάθεση και την πρόθεση να συνδιαλέγεται και να συνεργάζεται με ισλαμιστές. Επομένως, έχουν την επιλογή και τον χρόνο για να αναθεωρήσουν.

Αν θέλουν να εκβιάσουν τον διάλογο και να επιβάλλουν του όρους και την θεματολογία της όποιας μελλοντικής διαπραγμάτευσης τότε, θα πρέπει να αποδεχθούν και να συζητήσουν και τις δικές μας αξιώσεις.

Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Αν η Τουρκία θέλει να αμφισβητεί την εθνική κυριαρχία της χώρας μας, κι αν επιθυμεί να ωφεληθεί του δικού μας πλούτου, τότε θα πρέπει να αποδεχτεί και να συζητήσει κι άλλα ζητήματα, όπως για παράδειγμα την αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων και των εποίκων από την επικράτεια της Κύπρου, την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την καταβολή αποζημιώσεων για τους νεκρούς και τους αγνοούμενους. 

Από εκεί και ύστερα, δέον θα ήταν να συζητηθεί η παραίτηση της Τουρκίας από κάθε «δικαίωμα» εκμετάλλευσης της πολιτιστικής κληρονομιάς όλων των μη τουρκογενών λαών της Μικράς Ασίας, η αποκατάσταση της αρχικής χρήσης όλων των εκκλησιών που λειτουργούν σήμερα ως τζαμιά, μουσεία, ταβέρνες και δημόσιες τουαλέτες, η σύσταση και λειτουργία μικτών επιστημονικών επιτροπών που θα διασφαλίζουν το χαρακτήρα και την διατήρηση όλων των ιστορικών και θρησκευτικών μνημείων... Να συζητηθεί το θέμα της παραβίασης/περιορισμού των δικαιωμάτων των ελληνικής καταγωγής τούρκων πολιτών, η αλλαγή του νόμου περί ιδιοκτησίας και η πιστή εφαρμογή των σχετικών ευρωπαϊκών οδηγιών. Συγχρόνως, να αναγνωριστούν οι γενοκτονίες των Ελλήνων του Πόντου κι ολόκληρης της Μικράς Ασίας, των Αρμενίων και των Ασσυρίων. 

Να συμφωνηθεί ο καθορισμός του ύψους και του είδους των αποζημιώσεων στους απογόνους όσων εκτοπίστηκαν και σφαγιάστηκαν κι αφού το όνειρό τους είναι η αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, να παραχωρηθεί πολιτική αυτοτέλεια κι ενισχυμένη αυτονομία, υπό την εγγύηση του τουρκικού κράτους, σε κάθε εθνοτική και θρησκευτική ομάδα. Ακύρωση του casus beli κι επιστροφή της περιοχής της Σμύρνης στο πολιτικό καθεστώς προ του 1922 οπότε και βιαίως κατελύθη. Η δε τελευταία, εναρμονίζεται πλήρως με τα λεγόμενα του Διευθυντή επικοινωνίαςτης τουρκικής Προεδρίας, κ. Fahrettin Altun καθώς, και η Ελλάς έχει «ισχυρή αξίωση στην περιοχή καθ’ όλη τη διάρκεια της Ιστορίας και είναι νόμιμο και δίκαιο να την διατηρεί και σήμερα».

Πράγματι, έχουμε να συζητήσουμε πολλά. Από την ιστορική αποκατάσταση λαών, πολιτισμών και παραδόσεων μέχρι την ευημερία και την ασφάλεια. Όλων μας! Ειδού πεδίον δόξης λαμπρό να μας αποδείξουν οι τούρκοι φίλοι μας πως ο «τουρκισμός» δεν είναι ούτε ιστορικό λάθος, ούτε διαρκές έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Αν όμως, όλα αυτά είναι αδύνατα κι απαράδεκτα, τότε, η συζήτηση περί υφαλοκρηπίδας και καθορισμού ΑΟΖ είναι ό,τι πιο εύκολο κι ανώδυνο και για τα δύο μέρη που θα ωφεληθούν τουλάχιστον τον πλούτο που τους αναλογεί.