Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αφγανιστάν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αφγανιστάν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2021

11 Σεπτεμβρίου 2001: Η αρχή του παρατεταμένου πολέμου.

Η 11η Σεπτεμβρίου του 2001 σηματοδοτεί μια στροφή στην παγκόσμια ιστορία. Ο «πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία» που ξεκινά μετά τις επιθέσεις στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, σε συνδυασμό με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ πριν από μία δεκαετία to 1991, τη στρατηγική των νεοσυντηρητικών στις ΗΠΑ για την αναδιάταξη των συνόρων της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής καθώς και την εξασφάλιση της πρόσβασης στις πηγές ενέργειας, διαμόρφωσε νέα δεδομένα στις διεθνείς ισορροπίες.

Και οι δύο πλευρές που ενεπλάκησαν στον πόλεμο, οι ΗΠΑ και η Αλ Κάιντα, μέσα από διαφορετικές αναλύσεις θεωρούσαν ότι ο πόλεμος θα ήταν μακροχρόνιος. Η αμερικανική στρατηγική δεν είχε στόχο την απώθηση της τρομοκρατίας, αλλά την εκρίζωση της, άρα χρειάζονταν χρόνος. Η στρατηγική της Αλ Κάιντα αφορούσε περίπου 20 μέτωπα σύγκρουσης με την Δύση και προωθούσε έναν παρατεταμένο πόλεμο απωλειών και εξουθένωσης του αντιπάλου.

Ο παρατεταμένος πόλεμος δεν τελειώνει με την στρατιωτική ήττα και την απόσυρση της Δύσης από το Αφγανιστάν. Αυτό είναι ένα από τα επεισόδια αυτού του πολέμου. Το ερώτημα που παραμένει ανοικτό είναι αν ο παρατεταμένος πόλεμος θα έχει και άλλα επεισόδια, ή ακόμα αν τελικά θα καταλήξει σε σύγκρουση των πολιτισμών όπως πιστεύει η Αλ Κάιντα.

Τα δύο κείμενα που ακολουθούν έχουν γραφτεί το 2007 στο Monthly Review. Σε αυτά αναλύονται οι στρατηγικές των ΗΠΑ και της Αλ Κάιντα και γίνεται εμφανές ότι η μια στρατηγική είχε μέσα της τους σπόρους της αποτυχίας, ενώ η άλλη εξακολουθεί, έστω εν μέρει, να ισχύει.

■ Η στρατηγική των ΗΠΑ για τον μακροχρόνιο πόλεμο, του Στρατή Αλεξίου

Στις 27 Μαΐου 2006 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζ. Μπους μίλησε στους αξιωματικούς της στρατιωτικής ακαδημίας West Point. Η ομιλία του έχει εξαιρετική σημασία, γιατί για πρώτη φορά παρουσιάζεται η στρατηγική των ΗΠΑ με συνεκτικό και πολιτικό τρόπο. Στην ουσία πρόκειται για την περιγραφή ενός χρονοδιαγράμματος του πολέμου, που ο ίδιος έχει προδιαγράψει σαν «μακρύ πόλεμο».

Το ιστορικό ανάλογο που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τον «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» είναι ο Ψυχρός Πόλεμος. Ο τελευταίος είναι ο μόνος για τον οποίο μεγάλα τμήματα του πληθυσμού έχουν πρόσφατες αναμνήσεις, σε αντίθεση με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που μπορεί να ανασυρθεί στη μνήμη ενός μικρού και συνεχώς μειούμενου μέρους του πληθυσμού.

Περιγράφοντας τα γεγονότα που οδήγησαν στον Ψυχρό Πόλεμο, ο Τζ. Μπους επισήμανε: «Το 1947, κομμουνιστικές δυνάμεις απειλούσαν την Ελλάδα και την Τουρκία, η ανασυγκρότηση της Γερμανίας παρέπαιε και η πείνα είχε εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη. Το 1948, η Τσεχοσλοβακία προσχώρησε στον κομμουνισμό, η Γαλλία και η Ιταλία βάδιζαν προς την ίδια κατεύθυνση και το Βερολίνο είχε αποκλεισθεί με διαταγές του Ιωσήφ Στάλιν. Το 1949, η ΕΣΣΔ απέκτησε πυρηνικά όπλα που έδωσαν τη δυνατότητα στον νέο εχθρό μας να επιφέρει καταστροφικά πλήγματα στην πατρίδα μας. Και λίγες εβδομάδες αργότερα, οι κομμουνιστικές δυνάμεις κέρδισαν την επανάστασή τους στην Κίνα και έστρεψαν το πολυπληθέστερο κράτος στον κόσμο στον κομμουνισμό. Το καλοκαίρι του 1950, επτά βορειοκορεατικές μεραρχίες διέσχισαν τα σύνορα με τη Νότια Κορέα, σηματοδοτώντας την έναρξη της πρώτης στρατιωτικής σύγκρουσης του Ψυχρού Πολέμου. Όλα αυτά έγιναν μέσα σε πέντε μόνο χρόνια από τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου».

Ο Τζ. Μπους περιγράφει πώς ο Χ. Τρούμαν διαμόρφωσε, μέσα από την πλημμυρίδα των γεγονότων, το πλαίσιο μιας μελλοντικής νίκης: «Ο πρόεδρος Τρούμαν διαμόρφωσε ένα καθαρό δόγμα. Σε ομιλία του στο Κογκρέσο ζήτησε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια για την Ελλάδα και την Τουρκία και ανακοίνωσε ένα νέο δόγμα που θα καθοδηγούσε την αμερικανική πολιτική καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Είπε στο Κογκρέσο: “Η πολιτική των ΗΠΑ πρέπει να είναι η υποστήριξη των ελεύθερων λαών που αντιστέκονται στις προσπάθειες υποταγής τους από ένοπλες μειονότητες ή από εξωτερικές πιέσεις”. Με αυτό το νέο δόγμα και με τη βοήθεια που το υλοποιούσε, η Ελλάδα και η Τουρκία σώθηκαν από τον κομμουνισμό και σταμάτησε η σοβιετική επέκταση στη Νότια Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή».

Για τον Τζ. Μπους έχει ωριμάσει ο χρόνος διατύπωσης μιας νέας παραλλαγής του δόγματος που ίσχυε στον Ψυχρό Πόλεμο: «Σήμερα, στις αρχές του νέου αιώνα, έχουμε πάλι εμπλακεί σε έναν πόλεμο που δεν μοιάζει σε κανέναν από τους προηγούμενους που πολέμησε το έθνος μας – και, όπως οι Αμερικανοί την εποχή του Τρούμαν, βάζουμε τα θεμέλια για τη νίκη».

Σε αντίθεση με τη στρατηγική του Τρούμαν, η στρατηγική του Μπους έχει ένα έντονο συστατικό στοιχείο «απώθησης»: Το πρόβλημα δεν είναι η μείωση αυτού που αποκαλεί τρομοκρατική απειλή, αλλά η πλήρης εκρίζωσή της: «Οι εχθροί που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι κατά πολύ διαφορετικοί από τους εχθρούς που αντιμετωπίσαμε στον Ψυχρό Πόλεμο. Στον Ψυχρό Πόλεμο αποτρέψαμε τη σοβιετική επιθετικότητα μέσα από μια πολιτική αμοιβαία εγγυημένης καταστροφής. Σε αντίθεση με την ΕΣΣΔ, οι τρομοκράτες που αντιμετωπίζουμε σήμερα κρύβονται σε σπηλιές και σκιές – και εμφανίζονται για να επιτεθούν σε ελεύθερα έθνη από τα μέσα. Οι τρομοκράτες δεν έχουν σύνορα για να προστατεύσουν, ούτε πρωτεύουσα για να υπερασπισθούν. Δεν μπορεί να ισχύσει η αποτροπή, αλλά μπορεί να ηττηθούν. Η Αμερική θα πολεμήσει τους τρομοκράτες σε κάθε πεδίο μάχης και δεν θα εγκαταλείψουμε μέχρις ότου αυτή η απειλή για τη χώρα μας εκλείψει... Σε αυτόν τον νέο πόλεμο, διατυπώσαμε ένα καθαρό δόγμα. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, είπα σε μια κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου: Η Αμερική δεν κάνει διάκριση μεταξύ των τρομοκρατών και των χωρών που τους υποθάλπουν... Στους μήνες που ακολούθησαν, ξεκαθάρισα τις αρχές που μας καθοδηγούν σε αυτόν τον πόλεμο: Η Αμερική δεν θα περιμένει να της ξαναεπιτεθούν. Θα αντιμετωπίσουμε τις απειλές πριν υλοποιηθούν πλήρως. Θα παραμείνουμε στην επίθεση ενάντια στους τρομοκράτες, πολεμώντας τους στο εξωτερικό έτσι ώστε να μην είμαστε υποχρεωμένοι να τους αντιμετωπίσουμε μέσα στην πατρίδα».

Σε αντίθεση με τον Ψυχρό Πόλεμο, ο Τζ. Μπους ελπίζει στη δημιουργία επιθετικών συμμαχιών και όχι αμυντικών, όπως ήδη διαφαίνεται στο ΝΑΤΟ: «Σε αυτόν τον νέο πόλεμο, έχουμε βοηθήσει στο μετασχηματισμό παλιών εχθρών σε δημοκρατικούς συμμάχους. Όπως μια παλαιότερη γενιά Αμερικανών βοήθησε στη μετατροπή της Γερμανίας και της Ιαπωνίας από κατακτημένους αντιπάλους σε δημοκρατικούς συμμάχους... Σε αυτόν τον νέο πόλεμο, έχουμε διαμορφώσει νέες συμμαχίες και έχουμε μεταμορφώσει παλιές, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του νέου αιώνα. Μετά την επίθεση στη χώρα μας, σχηματίσαμε τη μεγαλύτερη συμμαχία στην ιστορία για να πολεμήσουμε ενάντια στην τρομοκρατία. Περισσότερες από ενενήντα χώρες συνεργάζονται σε μια παγκόσμια εκστρατεία εξάλειψης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καταστολής των τρομοκρατικών λειτουργιών και παραπομπής των τρομοκρατών στη δικαιοσύνη... Για πέντε δεκαετίες το ΝΑΤΟ δεν αναπτύχθηκε ποτέ έξω από την Ευρώπη. Σήμερα, το ΝΑΤΟ ηγείται των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν, εκπαιδεύει ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας στη Βαγδάτη, παρέχει ανθρωπιστική βοήθεια στα θύματα των σεισμών στο Πακιστάν και εκπαιδεύει μονάδες διατήρησης της ειρήνης στο Σουδάν. Η συμμαχία, που ορισμένοι έλεγαν ότι έχασε το σκοπό της μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, αντιμετωπίζει τώρα τις προκλήσεις του 21ου αιώνα».

Όσο για το χρόνο διάρκειας του πολέμου, αυτός προβλέπεται πολυετής: «Τώρα η τάξη του 2006 μπαίνει σε έναν μεγάλο αγώνα – και το τελικό αποτέλεσμα εξαρτάται από τη δική σας ηγεσία. Ο πόλεμος άρχισε επί των ημερών μου – αλλά θα τελειώσει στη δική σας εποχή. Η δική σας γενιά θα μας φέρει τη νίκη στον πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία».

Αν και αυτή η ομιλία δεν έχει νέα στοιχεία, εντούτοις για πρώτη φορά θέτει ένα γενικότερο πλαίσιο που τα περιλαμβάνει με ιεράρχηση και συνοχή. Ένα σύνολο ιδεών, αρχών και στόχων μπαίνουν τώρα κάτω από την αιγίδα μιας συνολικότερης στρατηγικής. Δίνεται επομένως η ευκαιρία για διαμάχες επάνω στη συγκεκριμένη στρατηγική – γεγονός που ίσχυσε για πολλά χρόνια και για τη στρατηγική του Ψυχρού Πολέμου.

Αναλύοντας αυτή τη στρατηγική μπορούμε να θέσουμε ένα πρώτο ερώτημα. Έχει εντοπισθεί σωστά ο αντίπαλος; Αν η «τρομοκρατία», όπως ορίζεται από την κυβέρνηση Μπους, ταυτίζεται με το ριζοσπαστικό Ισλάμ, τότε τα πράγματα πηγαίνουν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση· προς αυτή που ο Μπιν Λάντεν περιγράφει ως ανυποχώρητη «σύγκρουση των πολιτισμών».

Αν η «τρομοκρατία» είναι η απάντηση των φτωχών λαών, εθνικών ομάδων, επαναστατικών πρωτοβουλιών κ.λπ. απέναντι στη στρατιωτική δυσυμμετρία της Δύσης, τότε τα πράγματα πηγαίνουν προς άλλη κατεύθυνση. Τότε έχουμε στρατιωτικοποίηση της αντιπαράθεσης του κέντρου (Δύση) με την περιφέρεια (Τρίτος Κόσμος).

Μέσα στα πλαίσια αυτά, ένα δεύτερο ερώτημα αφορά τη λογική της ανάσχεσης και τη λογική της απώθησης. Το κατά πόσο αυτές οι δύο διαστάσεις μιας στρατηγικής μπορούν να εφαρμοσθούν μεμονωμένα ή με ποιον συνδυασμό μεταξύ τους είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Είναι όμως βέβαιο ότι κάθε φορά η επιλογή της μιας εξ αυτών θα δημιουργεί συζητήσεις και διαμάχες στη Δύση.

Ένα τρίτο ερώτημα σχετίζεται με την προοπτική και τη μελλοντική αρχιτεκτονική του παγκόσμιου συστήματος, μετά την εφαρμογή αυτής της στρατηγικής. Θα είναι ένα μονοπολικό ή ένα πολυπολικό σύστημα; Στο σημείο αυτό, ακόμα και οι εμπνευστές αυτής της στρατηγικής γνωρίζουν ότι καμιά απάντηση δεν είναι προφανής.

■ Η στρατηγική της Αλ Κάιντα για τον παρατεταμένο πόλεμο, του Ηλία Σταυρίδη

Τον Απρίλιο του 2006, ο Οσάμα Μπιν Λάντεν με ένα μαγνητοσκοπημένο ντοκουμέντο 7.000 λέξεων είχε αναπτύξει τη φιλοσοφία του για τον «μακροχρόνιο πόλεμο» από την πλευρά της Αλ Κάιντα.

Το κείμενο χαρακτηρίζεται σαν ένας συνδυασμός τριών τάσεων. Πρώτον, η ανάδειξη της ανάμειξης της Αλ Κάιντα σε όλες τις συγκρούσεις στις οποίες εμπλέκεται το μουσουλμανικό στοιχείο. Δεύτερον, η σταθερή υπενθύμιση ότι πρόκειται για μια «σύγκρουση των πολιτισμών» (κάτι στο οποίο η κυβέρνηση Μπους αποφεύγει συστηματικά να αναφέρεται, υποβαθμίζοντας τη σύγκρουση στο επίπεδο της αντιμετώπισης ενός δικτύου τρομοκρατικών ομάδων), με στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κινητοποίηση των μουσουλμάνων. Τρίτον, η προώθηση μιας ενότητας βασισμένης στο θρησκευτικό δόγμα, με την εμφάνιση ιδεολογικών παραμέτρων –εκτός των πολιτικών και στρατιωτικών– που έχουν ιδιαίτερη ουσιαστική και συμβολική σημασία για τους μουσουλμάνους.

Κατά τον Μπιν Λάντεν, η σύγκρουση με τη Δύση επεκτείνεται σε περισσότερα από είκοσι μέτωπα, σε παγκόσμια κλίμακα:

• Το Ιράκ αποτελεί το κεντρικό μέτωπο, με ειδικότερο επίκεντρό του την περιοχή της Βαγδάτης.

• Το Αφγανιστάν εξακολουθεί να είναι ανοικτό μέτωπο, στο οποίο η Αλ Κάιντα αντιπαρατίθεται με το ΝΑΤΟ.

• Η Δύση βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με το «έθνος μας» (το έθνος προσδιορίζεται σαν το σύνολο του Ισλάμ), που παίρνει τη μορφή «σταυροφορίας».

• Μια από τις εκδηλώσεις αυτής της σταυροφορίας είναι η στάση που κρατά η Δύση απέναντι στη Χαμάς, απορρίπτοντας τη διά εκλογής επιλογή του παλαιστινιακού λαού.

• Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι ένας χώρος σύμπραξης «των σταυροφόρων με τον παγανιστικό βουδισμό» – προφανώς η Κίνα αντιπροσωπεύει το βουδισμό, κατά την άποψή του.

• Οι μαχητές του Ισλάμ πρέπει να αντισταθούν σε κάθε προσπάθεια της Δύσης να αποκόψει το Νταρφούρ από το υπόλοιπο Σουδάν.

• Ο αγώνας του Ισλάμ συνεχίζεται στην Τσετσενία.

• Οι μουσουλμάνοι θα συνεχίσουν τον αγώνα τους στη Βοσνία.

• Δεν μπορεί να κλείσει για το Ισλάμ το μέτωπο του Ανατολικού Τιμόρ.

• Το Κασμίρ εξακολουθεί να είναι χώρος επέμβασης για τους μουσουλμάνους.

• Θάνατος στον «λακέ του Μπους στο Πακιστάν» Περβέζ Μουσάραφ, και ανατροπή του καθεστώτος του.

• Ο βασιλιάς Αμπντάλα της Σαουδικής Αραβίας είναι υπόλογος «για υποτακτικότητα και εξευτελισμό».

• Ο παγκόσμιος πόλεμος που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν είναι μια «σύγκρουση των πολιτισμών», αλλά μια «επίθεση του δικού τους πολιτισμού ενάντια στον δικό μας πολιτισμό».

• Οι λαοί της Δύσης είναι εξίσου ένοχοι με τους ηγέτες τους, γιατί «ο πόλεμος αποτελεί κοινή ευθύνη των λαών και των κυβερνήσεων».

• Δεν υπάρχει περιθώριο για διάλογο με τη Δύση στο βαθμό που έχει απορρίψει τις προτάσεις της Αλ Κάιντα για «εκεχειρία».

• Η Γαλλία είναι ένοχη για την απαγόρευση της μαντίλας στα σχολεία.

• Εξακολουθεί να ισχύει η ποινή του συγγραφέα Σαλμάν Ρουσντί στο βαθμό που παραμένει «άπιστος».

• Δεν μπορεί να υπάρξει συγγνώμη για τα δανέζικα σκίτσα του προφήτη Μωάμεθ· οι υπεύθυνοι πρέπει «τιμωρηθούν» με την αρμόζουσα στην περίπτωση ποινή.

• Αν και δεν αναφέρεται, παρά μόνο εμμέσως, η Αίγυπτος παραμένει ένα μέτωπο πολέμου για την Αλ Κάιντα.

• Το σημείο αφετηρίας εξακολουθεί να είναι η 11η Σεπτεμβρίου 2001, η επονομαζόμενη «κατάκτηση του Μανχάταν», επομένως οι ΗΠΑ συνεχίζουν να αποτελούν μόνιμο στόχο της οργάνωσης.

Το αποκαλούμενο από πολλούς αναλυτές μανιφέστο του Μπιν Λάντεν χαρακτηρίζεται από θρησκευτική απολυτότητα. Τα πάντα προβάλλονται με όρους προστασίας του «μονοθεϊσμού» της μουσουλμανικής θρησκείας, και η τάση αυτή αντανακλάται και στο στρατιωτικό δόγμα της Αλ Κάιντα.

Το τελευταίο, χωρίς να αναφέρεται άμεσα από τον Μπιν Λάντεν, όπως είχε συμβεί σε άλλες περιπτώσεις είναι εύκολο να ανασυσταθεί από τα συμφραζόμενα του. Όσον αφορά τη θρησκευτική βάση του δόγματος, υπάρχουν δύο άξονες. Ο πρώτος αναφέρεται στην «πλήρη νίκη» και αντανακλά τη θρησκευτική απολυτότητα. Ο δεύτερος υποδεικνύει τη «συλλογική συμμετοχή» των μουσουλμάνων, που αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση κάθε στρατιωτικής στρατηγικής του Ισλάμ.

Η στρατιωτική βάση του δόγματος διαμορφώνεται: πρώτον, από την προώθηση ενός παρατεταμένου «πολέμου απωλειών»· δεύτερον, από «τη γνώση του πολέμου του εχθρού»· τρίτον, από την ψυχολογική/θρησκευτική «προετοιμασία των μαχητών»· τέταρτον, από την ευελιξία που θα οδηγήσει στην «πολιτική των χιλίων πληγμάτων»· πέμπτο, από «την αποφυγή των σκληρών στόχων» και την εξουθένωση του εχθρού.

Το στρατιωτικό δόγμα της Αλ Κάιντα εμπεριέχει, χωρίς να το αναφέρει, και τη χρησιμοποίηση των μέσων μαζικής επικοινωνίας της Δύσης. Οι κινήσεις του ίδιου του Οσάμα Μπιν Λάντεν είναι η επιτομή της επιτυχούς διασύνδεσης των «στρατιωτικών μέσων» και της επικοινωνιακής διάστασης του «πολέμου του Ισλάμ», που πρέπει να προωθούνται ταυτόχρονα. Αυτή η διασύνδεση έχει τη δική της, επιμέρους τακτική, που συνίσταται στη βασική αρχή: διασπορά των στρατιωτικών και άλλων συγκρούσεων –όπως προαναφέραμε, ο Μπιν Λάντεν αναπτύσσει τη θέση για είκοσι μέτωπα αντιπαράθεσης με τη Δύση– και ταυτόχρονα εστίαση της προσοχής των μίντια στον ίδιο τον Οσάμα Μπιν Λάντεν και σε έναν περιορισμένο αριθμό ηγετικών στελεχών της Αλ Κάιντα που αποτελούν τα σύμβολα της οργάνωσης. Οι στόχοι της επικοινωνιακής στρατηγικής της Αλ Κάιντα είναι η ανύψωση του ηθικού των μουσουλμανικών πληθυσμών, η «συμμετοχή των νέων στη μάχη» και η αύξηση της «υποστήριξης» από τους απανταχού της γης μουσουλμάνους.

Το αν η εμπλοκή των μουσουλμάνων σε όλες, σχεδόν, τις συγκρούσεις και τις κυριότερες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις που γεννούν οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες της Δύσης αποτελεί ένδειξη ισχύος, ή μια προσπάθεια του Οσάμα Μπιν Λάντεν να αναπτερώσει το ηθικό της οργάνωσής του (που βρίσκεται σε δύσκολη θέση, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης των ΗΠΑ), θα φανεί στο άμεσο μέλλον. Εξάλλου, σύμφωνα με τους εμπλεκόμενους –και εδώ φαίνεται να συμφωνούν η κυβέρνηση του Τζωρτζ Μπους και η Αλ Κάιντα– ο πόλεμος θα είναι μακροχρόνιος.

 

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2021

Οι δυναμικές της κυβέρνησης των Ταλιμπάν

γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς


Μετά την ανακήρυξη του Ισλαμικού Εμιράτου του Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν σχημάτισαν την πρώτη προσωρινή κυβέρνηση τους. Πριν από την ανακοίνωση της σύνθεσης της κυβέρνησης, είχαν προηγηθεί διαδηλώσεις γυναικών οι οποίες ζητούσαν να μην περιθωριοποιηθούν κοινωνικά και στις οποίες οι Ταλιμπάν απάντησαν με πυροβολισμούς.

Ασχέτως της κυβέρνησης, σε πολιτικό επίπεδο, η ηγεσία των Ταλιμπάν διαμορφώνεται ως εξής. Επικεφαλής είναι ο Σεΐχης Χιμπατουλάχ Ακχουντζάντα. Αναπληρωτές του είναι ο Μουλά Γιακούμπ Ουμαρί, ο Σιραντζουντίν Χακάνι και ο Μουλά Αμπντούλ Γκάνι Μπαραντάρ.

Επικεφαλής της κυβέρνησης θα είναι ο Μουλά Μοχαμάντ Χασάν Ακχούντ, προερχόμενος από την περιοχή της Κανταχάρ. Θεωρείται από τους ιδρυτές των Ταλιμπάν, περιλαμβάνεται στην λίστα των τρομοκρατών του ΟΗΕ και για 20 χρόνια ήταν επικεφαλής της Ρεχμπαρί Σούρα ( Ανώτατο Συμβούλιο) των Ταλιμπάν.

Ο Ακχούντ ο οποίος διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και αναπληρωτής πρωθυπουργός του προηγούμενου καθεστώτος των Ταλιμπάν, θεωρείται ότι κλίνει περισσότερο προς την θρησκεία, παρά προς τον στρατιωτικό τομέα. Ο Ακχούντ είναι ένα από τα πρόσωπα που έχουν στενές σχέσεις με τον πνευματικό ηγέτη των Ταλιμπάν Σεΐχη Χιμπατουλάχ Ακχουντζάντα, ο οποίος αναμένεται να λάβει την θέση του Ανώτατου Ηγέτη (περίπου με τον ίδιο τρόπο που ισχύει στο Ιράν), στο άμεσο μέλλον.

Ο Μουλά Αμπντούλ Γκάνι Μπαραντάρ, εκ των ιδρυτών και αυτός των Ταλιμπάν, ορίστηκε αναπληρωτής πρωθυπουργός. Έχει πάρει τον τίτλο του «Μουλά» και το όνομα Μπαραντάρ που σημαίνει αδερφός, κατευθείαν από τον ιδρυτή και πρώην ηγέτη των Ταλιμπάν, Μουλά Ομάρ. Με την εισβολή των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν το 2001, ο Μπαραντάρ δραπέτευσε στο Πακιστάν, αλλά οι Αμερικανοί τον συνέλαβαν το 2010. Αφέθηκε ελεύθερος το 2018, επί προεδρίας Τραμπ, για να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις της Ντόχα για την απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν.

Δεύτερος αναπληρωτής πρωθυπουργός ορίστηκε ο Μαουλαβί Χανάφι ο οποίος είναι Ουζμπέκος. Προς το παρόν είναι άγνωστη η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ του πρωθυπουργού και των δύο αναπληρωτών πρωθυπουργών. Εκτιμάται ότι ο καθένας από αυτούς θα αναλάβει την εσωτερική ή την εξωτερική πολιτική, αλλά δεν είναι βέβαιο.

Από τους υπουργούς, ιδιαίτερη σημασία έχουν δύο. Ο υπουργός Άμυνας Μοχαμάντ Γιακούμπ είναι ο μεγαλύτερος γιος του αποθανόντος Μουλά Ομάρ, μέλος της Ρεχμπαρί Σούρα και επικεφαλής της στρατιωτικής επιτροπής των Ταλιμπάν από το 2016. Ο υπουργός Εσωτερικών Σιραντζουντίν Χακάνι είναι ο επικεφαλής των συμμάχων των Ταλιμπάν, του Δικτύου Χακάνι και ο πρώτος στην λίστα καταζητουμένων από το FBI.

Από άποψη ισχύος, ιδιαίτερη σημασία έχει ο έλεγχος των ενόπλων Ταλιμπάν και των υπολειμμάτων των ενόπλων δυνάμεων του Αφγανιστάν που έχουν προσχωρήσει στο νέο καθεστώς. Ο Κάρι Φασιχουντίν, γνωστός και ως κατακτητής του Βορρά, προερχόμενος από τους Τατζίκους, ορίστηκε ως αρχηγός του Στρατού, ενώ συμμετέχει στην στρατιωτική επιτροπή. Επικεφαλής της στρατιωτικής επιτροπής, η οποία θεωρείται η ισχυρότερη στο Αφγανιστάν, είναι ο Μουλά Γιακούμπ Ουμαρί. Εκτός από τον Φασιχουντίν, σε αυτή συμμετέχουν και οι Μουλά Σαντάρ Ιμπραχίμ και Μουλά Αμπούλ Καυαγιούμ Ζακίρ, ανώτατοι στρατιωτικοί διοικητές. Το κύρος του Φασιχουντίν έχει αυξηθεί, αφού σε αυτόν πιστώνεται η κατάληψη του Παντσίρ.

Η στρατιωτική επιτροπή θα πρέπει να συνυπάρξει με την ομάδα των ειδικών δυνάμεων των Ταλιμπάν, την Σάρα Κιτάα (Κόκκινη Μονάδα). Υπάρχουν διάσπαρτα σε όλη την χώρα τάγματα και άλλες μονάδες και διοικείται από τους Πιρ Αγκά, Χάτζι Ουσμάν Τουραμπί, Μπιλάλ Φατίχ Ζαντράν και Ουμάρ Γιασίρ.

Ο εκπρόσωπος Τύπου των Ταλιμπάν Ζαμπιουλλάχ Μουτζαχίντ διευκρίνισε ότι η κυβέρνηση είναι μεταβατική και γίνεται προσπάθεια να συμμετέχουν σε αυτή και πρόσωπα από άλλες περιοχές της χώρας. Τόνισε ότι δεν αποτελεί επιλογή των Ταλιμπάν η πολιτική που βασίζεται σε εθνοτικά κριτήρια και ότι θα κινηθούν σε μια περισσότερο συμπεριληπτική κατεύθυνση. Ο ίδιος ο Μουτζαχίντ δεν θα είναι επικεφαλής του υπουργείου Πολιτισμού και Ενημέρωσης, αλλά υφυπουργός και εκπρόσωπος Τύπου του πρωθυπουργού.

Εκτός από τους προηγούμενους στην κυβέρνηση συμμετέχουν και οι άλλοι 12 υπουργοί, επικεφαλής των διάφορων υπουργείων.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι Ταλιμπάν έχουν χωρίσει τις 34 επαρχίες του Αφγανιστάν σε δύο ομάδες. Η ομάδα του Νότου περιλαμβάνει 14 επαρχίες και βρίσκεται υπό την διοίκηση του Μουλά Γιακούμπ Ουμαρί. Η ομάδα του Νότου-Ανατολής περιλαμβάνει 20 επαρχίες και βρίσκεται υπό την διοίκηση του Σιραντζουντίν Χακάνι. Δηλαδή κάτω από την διοίκηση των δύο αναπληρωτών του Σεΐχη Χιμπατουλάχ Ακχουντζάντα.

Από τις 18 επιτροπές που έχουν σχηματίσει οι Ταλιμπάν, η οικονομική επιτροπή θεωρείται σημαντική γιατί μαζί με την στρατιωτική, ελέγχουν το λαθρεμπόριο οπίου, το οποίο αποτελεί σημαντικό οικονομικό πόρο για την οικονομία. Αν και μικρότερη, εξίσου σημαντική είναι η επιτροπή των μυστικών υπηρεσιών της οποίας ηγείται ο Μουλά Αμπντούλ Χακ Ουασίκ.

Εκτός κυβέρνησης και πολιτικής ηγεσίας των Ταλιμπάν, βρίσκεται το δεύτερο σε ισχύ και κύρος πρόσωπο, μετά τον Ανώτατο Ηγέτη, ο Σεΐχης Αμπντούλ Χακίμ, ο οποίος υπήρξε δάσκαλος και μέντορας όλων των ηγετών των Ταλιμπάν από την ίδρυση τους το 1994. Η συμβολή του αναμένεται να είναι καθοριστική σε ότι αφορά τα θρησκευτικά θέματα.

Οι Ταλιμπάν παρουσίασαν μια κυβέρνηση που έχει τις δικές της δυναμικές. Η βασική ισορροπία αυτή την περίοδο θα είναι ανάμεσα στον στρατιωτικό και τον θρησκευτικό τομέα. Ωστόσο, το οικονομικό πρόβλημα της χώρας αναμένεται να έρθει σύντομα στο προσκήνιο. Τότε θα πρέπει να αναλάβει δράση το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, οι υπουργοί Οικονομικών και Οικονομίας, καθώς και ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, Μουλά Χενταγιατουλάχ Μπάντρι, Κάρι Ντιν Μοχάμεντ Χανίφ και Χάτζι Μοχάμεντ Ιντρίς.


Δευτέρα 30 Αυγούστου 2021

Αφγανιστάν: Terrorland

γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς

 

Όσοι ειδικοί γνώριζαν την εσωτερική κατάσταση στο Αφγανιστάν, δεν εξεπλάγησαν καθόλου από την τρομοκρατική επίθεση στην Καμπούλ. Και αυτό γιατί το ISIS-Khorasan(το Ισλαμικό Κράτος-Χορασάν, ΙΚ-Χ) αποτελεί τον υπ΄ αριθμόν ένα, εχθρό των Ταλιμπάν.

Οι δύο επιθέσεις αυτοκτονίας, με τον άγνωστο ακόμα τελικό αριθμό θυμάτων, έξω από το αεροδρόμιο της Καμπούλ, αποτελούν την φυσική συνέπεια μιας εχθρότητας η οποία σύντομα αναμένεται να μετεξελιχθεί σε εμφύλιο πόλεμο στο Αφγανιστάν. Οι του ΙΚ-Χ οι οποίοι είχαν επιτεθεί στις δυνάμεις των Ταλιμπάν και όταν εισέρχονταν στην Καμπούλ, με τις επιθέσεις αυτές έκαναν γνωστές τις προθέσεις τους. Για τους Ταλιμπάν, το πρόβλημα έχει δύο διαστάσεις, μία εσωτερική και μία εξωτερική.

Η εσωτερική διάσταση

Οι Ταλιμπάν είναι Αφγανοί και ο στόχος τους είναι η διοίκηση του κράτους του Αφγανιστάν, με βάση τις δικές τους αντιλήψεις (επιβολή ισλαμικού νόμου κλπ). Με το δεδομένο αυτό θα πρέπει να αποκτήσουν πλήρη έλεγχο του εσωτερικού της χώρας. 

Στην περιοχή του Παντσίρ υπάρχουν δυνάμεις που κινούνται κοντά στο ανατραπέν καθεστώς, όπως υπάρχουν και δυνάμεις της Βόρειας Συμμαχίας στις βόρειες περιφέρειες της χώρας. Οι Ταλιμπάν θεωρούν ότι θα αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα με πολιτικούς και στρατιωτικούς όρους. Αντίθετα, δεν είναι διατεθειμένοι να ανεχθούν την δημιουργία ζωνών τρομοκρατία μέσα στο Αφγανιστάν και μάλιστα από πυρήνες του ΙΚ-Χ, αλλά και της Αλ Κάιντα.

Από την πλευρά του το ΙΚ-Χ φιλοδοξεί να σταθεροποιήσει την βάση του στο Αφγανιστάν και να καλύψει με την δράση του την περιοχή Αφγανιστάν, Πακιστάν και κάποιων περιοχών της Κεντρικής Ασίας. 

Η βασική κατεύθυνση της δράσης του είναι διεθνιστική, δεν θέλει να περιορίζεται στα όρια του Αφγανιστάν. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια το ΙΚ-Χ έχει επιδοθεί σε εκτεταμένη τρομοκρατική δράση και ενάντια σε αμάχους στο Αφγανιστάν, χρησιμοποιώντας περισσότερο τακτικές επιθέσεων αυτοκτονίας. Οι Αμερικανοί εκτιμούν την δύναμη του σε περίπου 2.000 τζιχαντιστές. 

Στις τάξεις του έχουν καταφύγει και ακραία στοιχεία των Ταλιμπάν, αλλά αυτή η διαδικασία δεν είχε συνέχεια.

Με την ανακήρυξη του Ισλαμικού Εμιράτου του Αφγανιστάν, η Αλ Κάιντα εξέδωσε ανακοίνωση υποστήριξης. Αλλά πλέον η Αλ Κάιντα δεν είναι αυτή που ήταν παλιά, δηλαδή μια επικίνδυνη τρομοκρατική οργάνωση, για την εξάλειψη της οποίας ξεκίνησε ο εικοσαετής πόλεμος στο Αφγανιστάν. 

Είναι μια οργάνωση με λίγους μαχητές, κάποιες εκατοντάδες και χωρίς μεγάλες επιχειρησιακές δυνατότητες, σε σύγκριση με τον κύριο όγκο των δυνάμεων της στην Αφρική.

Σε αυτή την φάση, αυτό που αναζητείται είναι μια συνύπαρξη της Αλ Κάιντα με τους Ταλιμπάν, αρκεί η πρώτη να μην αναλάβει τρομοκρατική δράση. Στην επέλαση των Ταλιμπάν που κατέληξε στην κατάληψη της Καμπούλ, η Αλ Κάιντα συμπαρατάχθηκε μαζί τους σε 15 από τις 35 περιφέρειες της χώρας. Με τα δεδομένα αυτά, οι σχέσεις των δύο πλευρών είναι ανοικτές.

Η εξωτερική διάσταση:

Οι Ταλιμπάν κατανοούν καλά ότι θα πρέπει να έχουν το μονοπώλιο της εξουσίας μέσα στην χώρα, χωρίς αμφισβητήσεις από τρομοκρατικές οργανώσεις. Αυτό αποτελεί την προϋπόθεση για την δημιουργία σχέσεων με ξένες χώρες. Τόσο η Ρωσία, όσο και η Κίνα έχουν κάνει σαφές, ότι για να προχωρήσουν οι σχέσεις τους με το καθεστώς των Ταλιμπάν, πρέπει να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι εξαγωγής τρομοκρατίας από ομάδες που εδρεύουν στο Αφγανιστάν.

Εξίσου σαφές έχει γίνει ότι οι τρίτες χώρες δεν θεωρούν τους Ταλιμπάν τρομοκράτες, αλλά αφγανική πολιτική οργάνωση, η οποία θα πρέπει να βαδίσει στην ίδια κατεύθυνση πολέμου ενάντια στην διεθνή τρομοκρατία. Επομένως, το θέμα του ξεριζώματος της διεθνούς τρομοκρατίας από το Αφγανιστάν αποτελεί για τους Ταλιμπάν υπαρξιακό ζήτημα, αφού συνδέεται μεταξύ άλλων και με την εισροή ξένων κεφαλαίων στην χώρα. 

Οι Ταλιμπάν ως Αφγανοί, δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την άμεση υποστήριξη από αραβικές χώρες. Σε αντίθεση με το ΙΚ-Χ και την Αλ Κάιντα που στηρίζουν την δραστηριότητα τους, εν μέρει σε πόρους αραβικής προέλευσης.

Μέχρι σήμερα, οι Ταλιμπάν δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται για διπλωματικές σχέσεις με διάφορες χώρες. Πρόκειται για μία πολιτική κατεύθυνση που βρίσκεται τελείως έξω από την λογική της δραστηριότητας των τζιχαντιστών, οι οποίοι ενδιαφέρονται για την διεθνοποίηση της τρομοκρατίας.

Αν και φαίνεται ότι το ΙΚ-Χ και η Αλ Κάιντα μπορεί να βρίσκονται κοντά, προς το παρόν αυτό δεν ισχύει. Το ΙΚ-Χ και γενικότερα το ΙΣ είναι απομονωμένη οντότητα. Αντίθετα, μετά από τόσα χρόνια η Αλ Κάιντα έχει αποκτήσει επαφές με διάφορες μουσουλμανικές πρωτεύουσες και το status της είναι ανώτερο από αυτό του ΙΚ. Τα μέχρι τώρα στοιχεία δείχνουν ότι και η Αλ Κάιντα βρίσκεται στο στόχαστρο του ΙΚ-Χ. Μια εκτίμηση που γίνεται σοβαρότερη, αν συνυπολογιστεί και το γεγονός ότι αρκετά από τα ηγετικά στελέχη του ΙΚ-Χ προέρχονται από την Αλ Κάιντα.

Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι οι Ταλιμπάν θα εμπλακούν σε εσωτερικές συγκρούσεις, άγνωστης διάρκειας, μέχρις ότου εδραιώσουν την εξουσία τους, αν τελικά το καταφέρουν. Μέχρι τότε, το Αφγανιστάν θα είναι ένα ναρκο-τρομοκρατικό κράτος, από το οποίο θα κινδυνεύει η σταθερότητα της Κεντρικής Ασίας.

Αυτή η σταθεροποίηση του Αφγανιστάν αποτελεί την προϋπόθεση για να αρχίσουν να παίρνουν υπόσταση τα ποικίλα γεωπολιτικά σενάρια που αναπτύσσονται συνεχώς, χωρίς όμως να έχουν τις περισσότερες φορές, πραγματική υπόσταση.

 

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021

Οι ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και ο ρόλος της Τουρκίας

 γράφει ο Χρήστος Ευαγγέλου


Ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Άντονι Μπλίνκεν έστειλε στον πρόεδρο του Αφγανιστάν Ασράφ Γκάνι, μία επιστολή για τη διαδικασία ειρήνευσης στη χώρα. Στην επιστολή των τεσσάρων σημείων περιλαμβάνονται: Διαβάστε περισσότερα εδώ

Δευτέρα 12 Μαΐου 2008

Η Κεντρική Ασία στο επίκεντρο του ενεργειακού ανταγωνισμού

Οι δρόμοι της ενέργειας αποκτούν συνεχώς νέους "σταθμούς" και "προορισμούς", πράγμα που καθιστά την Κεντρική Ασία κομβικό σημείο τόσο για την παραγωγή και την διαχείριση των φυσικών πόρων όπως το νερό, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, όσο και για την διαμόρφωση και εφαρμογή νέων πολιτικών και οικονομικών (κυρίως) επιδιώξεων, που θα αλλάξουν τον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη για πάντα.

Αν τις προηγούμενες δεκαετίες μιλούσαμε για την ξέφρενη πορεία των εξοπλιστικών προγραμμάτων, με βασικούς πυλώνες ανάπτυξης αυτής της πολιτικής, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την πρώην Σοβιετική Ένωση - συμπεριλαμβανομένων των "δορυφόρων" τους, σήμερα, το "παιχνίδι παίζεται αλλού".

Νέοι παίκτες αναλαμβάνουν να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην διεθνή σκακιέρα και το διακύβευμα είναι πολυδιάστατο, καθώς δεν αποτελεί σκοπό τους μόνον η παραγωγή και η εκμετάλλευση των φυσικών τους πόρων αλλά και η επιβολή εξαρτήσεων και ελέγχου της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης / λειτουργίας των γειτονικών τους λαών, με αναπόφευκτο αντίκτυπο στην διεθνή κοινότητα.

Τώρα, το ποιος θα καταφέρει να γίνει ο "κυρίαρχος του παιχνιδιού" είναι κάτι που θα μας απασχολήσει τα χρόνια που έρχονται σίγουρα όμως, όχι στο μακρινό μέλλον!

Η χώρα μας θ' αποτελέσει "ενεργειακή γέφυρα" μεταξύ ανατολής-δύσης είτε το θέλουμε, είτε όχι. Και το τονίζω αυτό το... "είτε το θέλουμε, είτε όχι"! Υπό αυτό το πρίσμα, θα πρέπει να εκτείνουμε την ματιά μας πέραν της περιοχής των Βαλκανίων και ακόμη πιο πέρα από τον TGI ή τον SOUTH STREAM, εάν επιθυμούμε να έχουμε πρωτεύοντα ρόλο στον ευρύτερο γεωγραφικό μας χώρο.



Αυτή την συγκεκριμένη χρονική περίοδο επέλεξαν ο Τουρκμένος Πρόεδρος Gurbanguly Berdymukhammedov, από το Αφγανιστάν όπου βρέθηκε για επίσημη επίσκεψη στις 28 Απριλίου και ο Ιρανός Πρόεδρος Mahmud Ahmadinejad, από το Ισλαμαμπάντ του Πακιστάν την ίδια ακριβώς ημέρα, να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους στην εξαγωγή φυσικού αερίου, ο μεν πρώτος μέσω του αγωγού που θα συνδέει Τουρκμενιστάν - Αφγανιστάν - Πακιστάν - Ινδία (ΤΑΡΙ) και ο δεύτερος, για τον αγωγό που θα συνδέει Ιράν - Πακιστάν - Ινδία (ΙΡΙ), προσπαθώντας ο καθένας από την πλευρά του, να παρουσιάσει την δική του πρόταση όσο πιο ελκυστική γίνεται.

Και οι δύο προτάσεις έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, ενώ το Πακιστάν και η Ινδία έχουν εκφραστεί θετικά τόσο για τον ΤΑΡΙ όσο και για τον ΙΡΙ, καθώς θα συνδράμουν σημαντικά στην ικανοποίηση των ενεργειακών τους αναγκών και όχι μόνο.

Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Καμπούλ, ο τουρκμένος Πρόεδρος αναφέρθηκε εκτενώς στα οφέλη που θα επιφέρει η κατασκευή του ΤΑΡΙ στην ευρύτερη περιοχή και επισημοποίησε την συμφωνία - κατ' αρχάς με την κυβέρνηση του Αφγανιστάν, για την κατασκευή του αγωγού που θα ξεκινήσει το 2010 και θα ολοκληρωθεί έως το 2015.

Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του προγράμματος, το οποίο υπολογίζεται ότι θα κοστίσει περίπου 7,6 δις. $ με τρέχουσες τιμές, το μήκος του αγωγού θα ξεπερνά ίσως τα 1680 χλμ., θα ξεκινά από την τουρκμενική πόλη Dauletabad, θα διασχίζει το Αφγανιστάν και μέσω Kandahar θα περνά από την Quetta του Πακιστάν και θα καταλήγει στην ινδική κωμόπολη Fazilka. Προβλέπεται πως θα διακινούνται περίπου 33 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) φυσικού αερίου ετησίως!

Παρά την ικανοποίηση που εκφράζουν οι ενδιαφερόμενες πλευρές, αρκετοί αναλυτές επισημαίνουν - και όχι άδικα - δύο πολύ σημαντικά μειονεκτήματα του ΤΑΡΙ. Το πρώτο, αφορά στην ασφάλεια του αγωγού και της μεταφοράς του φυσικού αερίου από αυτόν, καθώς θα διασχίζει το Αφγανιστάν μέσω της Kandahar, όπου συνεχίζονται οι εχθροπραξίες μεταξύ των Ταλιμπάν και των κυβερνητικών δυνάμεων. Το δεύτερο, και ίσως πιο πρακτικό, αφορά στο κατά πόσο το Τουρκμενιστάν διαθέτει αρκετά αποθέματα φυσικού αερίου τόσα, ώστε να διασφαλιστεί η επί μακρόν απρόσκοπτη λειτουργία του αγωγού!

Σύμφωνα με την Ρωσσική Kommersant, το Τουρκμενιστάν έχει ήδη υπογράψει σύμβαση με την Gazprom, σύμφωνα με την οποία υποχρεούται στην εξαγωγή 50 bcm ετησίως προς την Ρωσσία για περισσότερο από δύο δεκαετίες τουλάχιστον. Επίσης, έχει προχωρήσει σε παρόμοια συμφωνία με την Κίνα για εξαγωγή 30 bcm ετησίως, η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή από το 2009. Παράλληλα ο τουρκμένος Πρόεδρος έχει δεσμευτεί για την αποστολή 10 bcm φυσικού αερίου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά οι λεπτομέρειες αυτής της συμφωνίας δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί.

Όπως γίνεται κατανοητό, αν όλες αυτές οι συμφωνίες ισχύουν, τότε το Τουρκμενιστάν θα πρέπει να εξάγει περισσότερα από 100 bcm φυσικού αερίου ετησίως! Έχει αυτή τη δυνατότητα; Υπάρχουν τα αποθέματα; Σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να απαντήσει και πολύ σύντομα μάλιστα η ηγεσία του.

Από την άλλη, ο ΤΑΡΙ έχει και δύο σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι του ΙΡΙ: α) υποστήριξη από την Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα (ADB) και β) καμμία Ιρανική συμμετοχή. Η υποστήριξη από την ADB προσδίδει στο πρόγραμμα ένα ευρύτερο διεθνές πεδίο ανάπτυξης και με δεδομένη την απουσία του Ιράν από κάθε διαπραγμάτευση, είναι πιο εύκολο να προσελκύσει επενδυτές συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η επίσκεψη του Ahmadinejad στο Πακιστάν ήταν παρόμοιας φύσης με την επίσκεψη Berdymukhammedov στο Αφγανιστάν.

Το Ιράν, λόγω των έντονων αντιδράσεων της διεθνούς κοινότητας σχετικά με το αμφισβητούμενο πυρηνικό πρόγραμμά του, επιθυμεί πάση θυσία την κατασκευή του αγωγού ΙΡΙ καθώς έτσι θα ωφελούνταν πολύ, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και πολιτικά από την υπογραφή μιας τέτοιας συμφωνίας. Σύμφωνα με τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας, η Ινδία και το Πακιστάν βρίσκονται πολύ κοντά στην περάτωση της από μέρους τους πρότασης για την διαπράγματευση με το Ιράν. Από τη μεριά του, το Ιράν έχει αρχίσει ήδη τη σωλήνωση στο έδαφός του και θα μπορούσε να επιτύχει την κατασκευή του τμήματος του αγωγού έως και τα πακιστανικά σύνορα μέχρι το 2012.

Ο αγωγός IPI, εάν τελικά υπάρξει συμφωνία, θα έχει μήκος περίπου 2.600 χιλιόμετρων και θα κοστίσει $7 δις. Ο IPI, σύμφωνα με τον σχεδιασμό του, θα μεταφέρει αρχικά περίπου 30 bcm ετησίως, αλλά μέσα σε τρία έως τέσσερα χρονιά από την έναρξη λειτουργίας του, η ποσότητα θα αυξηθεί στα 70 bcm. Να σημειώσουμε ότι, το Ιράν είχε προτείνει την κατασκευή του αγωγού ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του '90, αλλά οι εντάσεις μεταξύ του Πακιστάν και της Ινδίας κράτησαν το πρόγραμμα ανενεργό έως σήμερα.

Τα μειονεκτήματα του ΙΡΙ είναι ακριβώς τα πλεονεκτήματα του ΤΑΡΙ. Από την άλλη, ένα ευδιάκριτο πλεονέκτημα του είναι, το ενδιαφέρον που έχουν επιδείξει δύο σημαντικές επιχειρήσεις για συμμετοχή στο πρόγραμμα: α) η Gazprom και β) η εθνική εταιρία πετρελαίου της Κίνας. Η Gazprom έχει υποστηρίξει το έργο IPI για αρκετά χρόνια, αλλά το ενδιαφέρον της Κίνας είναι σχετικά νέο και υπάρχουν σκέψεις, οι οποίες τροφοδοτούνται από ανάλογες προτάσεις του στρατηγού Pervez Musharraf για την κατασκευή μιας επιπλέον διακλάδωσης του αγωγού, από πλευράς Πακιστάν, που θα μεταφέρει αέριο ή και πετρέλαιο ακόμη, στην Κίνα, μέσω των Ιμαλαϊων.


Διαβάστε επίσης:

update # 1, 2/7/08:

update #2, 10/07/08:
The Afghan Pipeline You Don't Know About

update #3, 13/07/08:
Central Asia Pipeline to Secure Gas for China
EU and Turkmenistan talk energy and trade

update #4, 12/08/08:
Μια αρκετά ενδιαφέρουσα ανάλυση, με τίτλο: "Toward A New Paradigm For The Post-Soviet Petrostates", δημοσίευσε ο Daniel Kimmage στο RFE/RL την 7η Αυγούστου, αναφορικά με τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, τις νέες αναδυόμενες δυνάμεις στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, λόγω των τεράστιων αποθεμάτων τους σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο... Παρόμοιες αναλύσεις βλέπουμε και θα βλέπουμε συχνά, καθώς, η σημασία και ο ρόλος των πρώην αυτών Δημοκρατιών στη παγκόσμια οικονομία ολοένα και θα αυξάνεται λόγω της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης που εκ των πραγμάτων σπρώχνει τις χώρες και τους λαούς κάθε γωνιάς του πλανήτη σε αναζήτηση εναλλακτικών ή επιπρόσθετων προμηθευτικών πηγών ενέργειας.

Πιθανόν να γίνεται κατανοητό ότι ο ανταγωνισμός για την διαχείριση (πέραν της παραγωγής) των φυσικών πόρων της περιοχής, δηλαδή πετρέλαιο, νερό και φυσικό αέριο, είναι πολύ έντονος και μπορεί να προκαλεί πολιτικές και κοινωνικές μεταβολές με μη προβλέψιμες επιπτώσεις για ολόκληρο τον κόσμο και ειδικότερα για τους λαούς των χωρών αυτών! Δεσπόζουσα θέση (όπως ήταν αναμενόμενο) κατέχει η Ρωσσία έστω και παρά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στις αρχές της δεκαετίας του '90. Θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά; Μην ξεχνούμε ότι κατά τη διάρκεια της οκταετούς προεδρίας του Βλαντιμίρ Πούτιν, η Μόσχα κατέστησε απολύτως σαφές ότι δεν θα δεχόταν πλέον υποδείξεις από κανέναν... Ποιός θα μπορούσε να αρνηθεί ότι ο πόλεμος στον Καύκασο, που διεξάγεται αυτές τις ημέρες, είναι αποτέλεσμα - όσο κι αν ακούγεται κυνικό αυτό - του ανταγωνισμού των "Μεγάλων Δυνάμεων" στον έλεγχο των ενεργειακών δρόμων; Ας μην γελιόμαστε άλλο: Δεν είναι ουτέ οι ιστορικοί, ούτε οι συναισθηματικοί δεσμοί που οδήγησαν σε αυτήν την παράλογη αιματοχυσία.

Σύμφωνα με όλες τις σκέψεις και όλες τις αναλύσεις που βασίζονται σε πραγματικά στοιχεία και γεγονότα, θεωρείται βέβαιο ότι η σταδιακή αύξηση των κερδών από την διαχείριση και την μεταφορά τόσο του πετρελαίου όσο και του φυσικού αερίου (λόγω ζήτησης), αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην ανάπτυξη της ελεύθερης και δημοκρατικής διακυβέρνησης των χωρών αυτών.



Όπως ο ίδιος ο αρθρογράφος αναφέρει: "...Economies and geopolitical clout growing faster than a speeding bullet! Presidents more powerful than a locomotive! Able to ignore demands for political reform at a single bound! Look! On the shores of the Caspian! Nations in transition? Developing countries? No! It's the post-Soviet petrostates!

With oil and gas prices at stratospheric highs, these are the new supermen of the international arena, nimbly casting off the drab garb of "developing," "transiting," and "emerging" nations to perform astounding feats of outsize influence. Four of them have arisen on the territory that was once the Soviet Union: Azerbaijan, Kazakhstan, Russia, and Turkmenistan. Each reaps a significant portion of GDP from the export of oil and gas, and all pose difficulties for Western nations that wish to woo them for their resources.

The competition for those resources is fierce, even as democratic reform in all four countries requires an exceptionally powerful, and perhaps uniquely curved, magnifying glass to be seen. All of this was on display in July, with Russian President Dmitry Medvedev touring Azerbaijan, Turkmenistan, and Kazakhstan, while the U.S. Helsinki Commission held hearings on Azerbaijan and Kazakhstan, wrestling with the vexed issue of resources and reforms..."
. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ:

Η απορρόφηση αυτών των πόρων ενέργειας από την ... "Δύση" (κατά κύριο λόγο), διευκολύνει κάθε αντιδημοκρατική πρακτική και ενδυναμώνει καθεστώτα και πρόσωπα, που δεν υπολογίζουν τίποτε μπροστά στο κέρδος και την διατήρηση της εξουσίας (χαρακτηριστικό πραράδειγμα αποτελεί και ο σημερινός Πρόεδρος της Γεωργίας Mikheil Saakasvillin...).

Εκ των πραγμάτων κάποια στιγμή θα μάς γυρίσει ως μπούμερανγκ, αν δεν ληφθούν μέτρα ανακοπής αυτών των πολιτικών ή παρόμοιων μελλοντικών..."διαθέσεων".

Μέχρι σήμερα, κανείς δεν "αγγίζει" την Ρωσσία και την ηγεσία της αφού, ακόμη δεν έχει κατανοηθεί το εύρος της δύναμής της και της επιρροής που μπορεί να ασκήσει στον χώρο της Κεντρικής Ασίας και τον Καύκασο... με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.

Σε ό,τι αφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες όμως, ως ηγέτιδα δύναμη μεταξύ των χωρών του λεγόμενου δυτικού κόσμου, θα έπρεπε να επιλέγει πιο συνετά το "είδος" των συμμαχιών και των συμφωνιών που επιθυμεί ή επιδιώκει και των πολιτικών που θέλει να εφαρμόζει.

Θα περιμένουμε την επόμενη κρίση ή θα είμαστε έτοιμοι ν' αντιμετωπίσουμε κάθε πιθανό κίνδυνο;


update #5, 19/09/08:
πηγή: RFE/RL (16/9/08)

EU and Kazakh officials have met in Brussels to discuss energy cooperation, the Russian-Georgian conflict, and other issues of mutual interest.

The annual EU-Kazakh meeting brought no breakthroughs, although Brussels' interest in the Central Asian country's vast oil and natural-gas reserves was apparent.

Kazakh officials expressed general interest in energy cooperation with the EU, but stressed that projects for new gas-transit routes are still in the planning stages. Kazakhstan is trying to strike a delicate balance between Russia and the European Union. Moscow has offered to buy up all of its gas, while the EU is interested in direct access to Kazakhstan's hydrocarbons bypassing Russian mediation.

Kazakh officials refrained from any direct endorsement of the EU's Nabucco project --a planned gas pipeline from Turkey to Austria that would serve as a direct link to Caspian energy reserves. Neither did the Kazakh representatives publicly comment on plans for a possible trans-Caspian gas pipeline, which would be needed for the EU to reach Central Asian gas.

Kazakhstan has in recent years become one of the largest investors in Georgia, a key transit country.

Kazakh Trade and Industry Minister Vladimir Shkolnik said Astana strives to continue cooperating with all its current partner countries. But he admitted there are "risks" affecting his countries multibillion-dollar investments in Georgia's energy sector in the wake of the recent Georgian-Russian war.

update #6, 26/9/08: Gazprom, Iran in Cooperation Talks
Gazprom has informed that a meeting between Alexi Miller, Chairman of Gazprom, and Syed Reza Kasaizade, MD of Iranian National Oil Company and deputy minister for petroleum, took place Thursday in Moscow.

The sides discussed implementation of the memorandum of understanding between Gazprom and the Iranian National Oil Company.

According to Gazprom, Iran has 28.13 trillion cubic meters of proven gas reserves, making it the world’s second largest holders of gas reserves after Russia.

update #7, 4/11/08:


The recent Russian intervention in Georgia has made an American rapprochement with Iran highly desirable both for the United States and for the West as a whole. Israel has long opposed such a rapprochement, but this would also serve its interests too. Here’s why: