Κι ενώ ο χρόνος εξακολουθεί να δίνει
σχήμα, μορφή και νόημα σε προσωρινές εικόνες… σε «οράματα και λείψανα»… να μας
κλέβει στιγμές, αφήνοντάς μας ικανοποιημένους με την ψευδαίσθηση της
αιωνιότητας… ένα παιδί ορφανό, το παιδί του, το τυφλό εκείνο κορίτσι με το θολό,
αναθεματισμένο και μίζερο βλέμμα στραμμένο άφοβα προς το σκοτάδι, ψάχνει
απεγνωσμένα να τον βρει! Του φωνάζει! Τον φωνάζει με τ’ όνομά του!
… Καμία απάντηση…
Άραγε, ποιά θα ήταν η αξία του αν
δεν είχε επιλέξει την αυτοκαταστροφή? Αν η ζωή του δεν είχε υπάρξει δραματική ήδη
από την στιγμή της γέννησής του? Αν δεν είχε πεθάνει τόσο νέος? Ακόμη και
σήμερα, σχεδόν κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν πρόκειται περί μεγάλου
καλλιτέχνη ή ενός μεγάλου… τίποτα! Κανείς άλλος δεν έχει προβληματίσει με την
τόσο καθαρή κι αψεγάδιαστη απεικόνιση του κενού όσο αυτός…
Καθόλου χυδαίος.
Ευαίσθητος και ρομαντικός…
Απλόχερος και συμπονετικός…
κάποτε…
Γεμάτος σεβασμό για τα οράματά
του.
Συνεπής στις ψευδαισθήσεις του….
Βίαιος και μοιραίος.
Μεγαλόσχημες αυθεντίες εκθειάζουν
τις κομψές, ερωτικές γραμμές του… τις απαλές λεπτομέρειες… τις εκλεπτυσμένες
και σαγηνευτικές καμπύλες… την χρωματική του παλέτα, τόσο, που φτάνουν στα όρια
της υπερβολής, αναπτύσσοντας μία πληθωριστική, ανούσια, σχεδόν μυθική διάσταση
του ίδιου και του έργου του ενώ - την ίδια στιγμή, αδυνατούν να δουν πως ο Modi υπήρξε - πάνω απ’ όλα -
λάτρης της φυσικής ατέλειας και της αταξίας… ορκισμένος επί τούτω προβοκάτορας,
γεμάτος απέχθεια για τον κομφορμισμό, τον συντηρητισμό και την προσποιητή
ομορφιά που προσδίδει στην πραγματικότητα (ως προβολή του εαυτού μας) μία
εξωραϊσμένη εικόνα του εσωτερικού μας γίγνεσθαι… ενός γίγνεσθαι που όλοι μας
φοβόμαστε να παραδεχθούμε…
Πάντα ήθελα να γράψω για τον Modi και κάθε φορά που το
αποφάσιζα, έβρισκα εύλογες δικαιολογίες για ν’ αναβάλω κάθε εγχείρημα. Με αφορμή τα εκατόν εικοσιοκτώ χρόνια από την γέννησή του, νιώθω την ανάγκη να το τολμήσω… να
δοκιμάσω να κατανοήσω την σκέψη του… θέλω να προσπαθήσω να δω τον κόσμο μας μέσα
από τη δική του ματιά, τη ματιά του παρατηρητή που αφήνει τα πάντα να
συμβαίνουν γύρω του, αποφασισμένος συνειδητά να μην συμβάλλει στην διαμόρφωσή τους.
Ελπίζω, να προσθέτω κάτι το ελάχιστο σε όλα όσα γράφονται κατά καιρούς για
εκείνον…
Παρ’ ότι σημαντική κι
αποδεκτή μορφή του avant-garde ρεύματος, παρέμενε
διακριτικά στο περιθώριο και κρατούσε ασφαλείς αποστάσεις από κάθε θεωρητική
κίνηση ή επιστημολογική προσέγγιση της τέχνης, χωρίς όμως να τον αφήνουν
αδιάφορο ιδέες, έννοιες, συμπεράσματα, στοχεύσεις, ερμηνείες και κατευθύνσεις.
Έτσι, η οπτική του παρέμενε καθαρή, αφήνοντάς τον απερίσπαστο περιπατητή του
δικού του δρόμου.
Κατά έναν παράδοξο τρόπο, τα έργα
του, ως αντικατοπτρισμός του παρόντος, μπορούν και αποδίδουν με απόλυτη
ακρίβεια την εποχή μας… τους ανθρώπους της εποχής μας! Το απύθμενο βάθος της
ψυχής μας… το κενό που λίγο-λίγο αφήσαμε να διαμορφωθεί εντός μας…
Κι είναι αυτό το κενό,
το εσωτερικό κενό που στοιχειώνει… Μάταια έψαχνε να βρει τον εαυτό του μέσα από
τη δημιουργία! Μάταια αναζητούσε την αποκάλυψη της «αλήθειας»! Σαν άλλος Δον
Κιχώτης κυνηγούσε ανεμόμυλους, παλινδρομώντας μεταξύ πραγματικού και
φανταστικού. Ανίκανος να κατανοήσει την «τάξη» του «φυσικού» κόσμου γύρω του, κατέρρεε
λίγο - λίγο καθώς τα οράματά του τον απογοήτευαν, γίνονταν λείψανα το ένα μετά
το άλλο και τον άφηναν μόνο του να στροβιλίζεται μεταξύ του επιθυμητού και του
εφικτού!
Η Δουλτσινέα του δεν ήταν άλλη
από την ίδια του τη ζωή! Εκείνη που ύπουλα του αφαιρούσε σιγά-σιγά,
βασανιστικά, το μέλλον που τόσο απεγνωσμένα επιθυμούσε να έχει! Τί κι αν
προσπαθούσε να την συγκινήσει με την τέχνη του? Τί κι αν απειλούσε θεούς και
δαίμονες? Παρέμεινε όμηρός της μέχρι τέλους, αδύναμος ν’ αποτινάξει τα δεσμά
της κι επέλεξε αναγκαστικά την αναπόφευκτη κι επώδυνη θυσία που, ίσως να τον
εξιλέωνε στο διάβα της αιωνιότητας. Άλλωστε, το θύμα προκαλεί πάντοτε συμπάθεια
παρά απέχθεια κι η φυματίωση τη εποχή εκείνη προκαλούσε απέχθεια… ίσως και λίγο
οίκτο…
Η συνειδητοποίηση της εσωτερικής μας αδυναμίας να αντιπαρατεθεί στα ίσια
με την πραγματικότητα, αποτελεί την πιο ατιμωτική ήττα που μπορεί κάποιος να υποστεί,
και η ευαίσθητη ψυχή του καλλιτέχνη δεν ήταν δυνατό να αποδεχθεί τους όρους της
παράδοσης. Έτσι, πεισματικά, σχεδόν ανόητα, συνέχισε τον αγώνα του κυνηγώντας
φαντάσματα με κυρίαρχο εξ’ αυτών αερικό, την σμαραγδένια νεράιδα… μητέρα, κόρη,
αδελφή, ερωμένη… καταστροφή… Όχι όμως δίχως όφελος! Ο Modi, με τον θάνατό του, ζωντάνεψε τις καρικατούρες
του, έδωσε πνοή στ’ άψυχα έργα του και πήρε μαζί του, ως αντάλλαγμα, δυο ζωές…
συντροφιά στην μοναξιά της σιωπής του…
Ο κόσμος μας, δεν του ήταν
αρκετός! Η ματαιοδοξία μας, οι προκαταλήψεις μας, η αδικία, η φτώχεια, η εξαθλίωση, ο πόνος, το μίσος, η
προσωρινή μας… η στιγμιαία μας αθανασία, αυτή που θαρρείς πως κρατά αιώνια… η
πολιτική, οικονομική, κοινωνική και κάθε άλλη θεσμική «ορθοδοξία» που δεν
ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία μας και παρ’ όλα αυτά μας τις επιβάλλουμε,
υπήρξαν οι αήθεις εκείνες συνθήκες παράδοσης που δεν μπορούσαν να επιβληθούν σε
ένα πνεύμα τόσο ανήσυχο, τόσο γήινο κι ανθρώπινο όσο του Modi.
Επίκαιρος σε κάθε εποχή, αναδεικνύει
την ψυχική στασιμότητα που όλοι βιώνουμε αργά ή γρήγορα, προσδιορίζει με τρόπο
κατηγορηματικό κι απόλυτο τα όριά μας και αναγάγει την μοναξιά σε κύριο
χαρακτηριστικό του σύγχρονου ανθρώπου ο οποίος, αποστεωμένος από κάθε εσωτερικό
ερέθισμα, ανακαλύπτει τελικά το εγώ του μέσα από την ίδια του την πτώση…
Γίνεται έτσι κοινωνός μιας
εσωτερικής αλήθειας - ίσως της μόνης αλήθειας - η οποία θέλει τον άνθρωπο
ελεύθερο κι αποδεσμευμένο από κάθε είδους καταναγκασμό… συνειδητό ή μη. Επιστρέφει στην επιφάνεια κι επιμένει σε
αυτήν! Η ζωή αποκτά νόημα και προσφέρει την απαραίτητη δικαιολογία για ένα
ακόμη βήμα πιο πέρα…
Πολλοί από τους σύγχρονούς του κι
απ’ τους επόμενους, ακολούθησαν άλλον δρόμο. Παρασύρθηκαν, συμβιβάστηκαν και
υπέκυψαν στον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Παρήγαγαν τέχνη αλά καρτ… -
εκείνη την τέχνη που θαυμάζουμε σήμερα για την δήθεν μεγαλοφυΐα της! Την θέση
του πήραν άλλοι, γνωστοί ή άγνωστοι. Επάξια κυρίως οι δεύτεροι, οι οποίοι αντιλαμβάνονται
την δημιουργία με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο…
Ακόμη πιο πολλοί, έσπευσαν να επωφεληθούν
απ’ όλα όσα άφησε πίσω του. Και το παζάρι συνεχίζεται! Τα έργα του παράγουν
χρήμα… τα χιλιάδες αντίγραφα της υπογραφής του παράγουν χρήμα. Η εικόνα του «καταραμένου»
κι ασυμβίβαστου αυτοκαταστροφικού καλλιτέχνη - η πλέον αναγνωρίσιμη - παράγει
χρήμα.
Η βιομηχανοποίηση της τέχνης και
η εμπορευματοποίησή της αντί, να δημιουργεί πολιτισμό και γνώση, οδηγεί νομοτελειακά
στο κενό καθώς, επιβάλλει τον μιμητισμό, επιβραβεύει την αντιγραφή, χειραγωγεί
το πνεύμα, αλλοιώνει την φύση των πραγμάτων όπως ακριβώς και το περιεχόμενο της
ίδιας της πραγματικότητας, την οποία γεμίζει με μουτζούρες, χρώματα κι
ακατανόητες γραμμές… σκιάχτρα και πλαστικοποιημένα είδωλα που παρουσιάζονται ως
«υψηλή τέχνη» στους απανταχού αδαείς κι αναλώσιμους κομπάρσους της ζωής… στις
ορδές των βαρβάρων που νομίζουν πως ο πόλεμος είναι πολιτισμός!
Η μήτρα του αυθεντικού όμως,
γεννά ομορφιά κι η ομορφιά αυτή αποτελεί πάντα σημείο αναφοράς και μπούσουλας
μέσα στον όλεθρο και την αναταραχή…
Αν κάποτε βρεθείτε μπροστά από έναν πίνακα του Modigliani, μην προσπαθήσετε να το αποσυμβολίσετε. Δεν
χρειάζεται καν να ψάξετε βαθύτερα μέσα του. Ξεχάστε κριτικές, λόγια και
ψίθυρους. Μην φαντάζεστε ιστορίες και μην πλάθετε εικόνες μέσα σας. Απλά,
απολαύστε τον, κι αφήστε την απόλαυση αυτή - έστω κι αν είναι στιγμιαία - να σας αποκαλύψει την αλήθεια του δημιουργού της.
Θα εκπλαγείτε με αυτό που θα «δείτε»…
Ῥομαντικὸς ἐπίλογος:
Μὴ μὲ διαβάζετε ὅταν δὲν
ἔχετε
παρακολουθήσει κηδεῖες
ἀγνώστων
ἢ ἔστω μνημόσυνα.
Ὅταν δὲν ἔχετε
μαντέψει τὴ δύναμη
ποὺ κάνει τὴν ἀγάπη
ἐφάμιλλη τοῦ θανάτου.
Ὅταν δὲν ἀμολήσατε ἀϊτὸ τὴν
Καθαρὴ Δευτέρα
χωρὶς νὰ τὸν βασανίζετε
τραβώντας ὁλοένα τὸ σπάγγο.
Ὅταν δὲν ξέρετε πότε μύριζε
τὰ λουλούδια
ὁ Νοστράδαμος.
Ὅταν δὲν πήγατε τουλάχιστο
μιὰ φορὰ
στὴν Ἀποκαθήλωση.
Ὅταν δὲν ξέρετε κανέναν
ὑπερσυντέλικο.
Ἂν δὲν ἀγαπᾶτε τὰ ζῶα
καὶ μάλιστα τὶς νυφίτσες.
Ἂν δὲν ἀκοῦτε τοὺς κεραυνοὺς
εὐχάριστα
ὁπουδήποτε.
Ὅταν δὲν ξέρετε πῶς ὁ ὡραῖος
Modigliani
τρεῖς ἡ ὥρα τὴ νύχτα
μεθυσμένος
χτυποῦσε βίαια τὴν πόρτα
ἑνὸς φίλου του
γυρεύοντας τὰ ποιήματα τοῦ
Βιγιὸν
κι ἄρχισε νὰ διαβάζει ὦρες
δυνατὰ
ἐνοχλώντας τὸ σύμπαν.
Ὅταν λέτε τὴ φύση μητέρα μας
καὶ ὄχι θεία μας
Ὅταν δὲν πίνετε χαρούμενα τὸ
ἀθῶο νεράκι.
Ἂν δὲν καταλάβατε πῶς ἡ
Ἀνθοῦσα
εἶναι μᾶλλον ἡ ἐποχή μας.
ΠΡΟΣΟΧΗ
ΧΡΩΜΑΤΑ
Μὴ μὲ διαβάζετε
ὅταν
ἔχετε
δίκιο.
Μὴ μὲ διαβάζετε ὅταν
δὲν ἤρθατε σὲ ρήξη μὲ τὸ
σῶμα...
Ὥρα νὰ πηγαίνω
δὲν ἔχω ἄλλο στῆθος.